Το “οργανωμένο έγκλημα” αποτελεί μαζί με την “τρομοκρατία” βαριές μορφές εγκληματικότητας, που αποτελούν απειλή για την ειρήνη, την πολιτική σταθερότητα, την οικονομική ευημερία και την κοινωνική συμβίωση, συνοχή και πρόοδο και κλονίζουν την κοινωνική ασφάλεια και το δημοκρατικό πολίτευμα, αφού δημιουργούν κλίμα ανασφάλειας στη συντριπτική πλειοψηφία του πληθυσμού και κλονισμό της εμπιστοσύνης του προς την ικανότητα του κράτους να του εξασφαλίσει έννομη προστασία.
Η άκρως σοβαρή μορφή βαριάς εγκληματικότητας, που αποτελεί το “οργανωμένο έγκλημα” (δοκιμότερος είναι ο όρος “οργανωμένη εγκληματικότητα”), είναι μία σύγχρονη πραγματικότητα και αποτελεί σοβαρότατο πρόβλημα, τόσο σε εθνικό όσο και σε διεθνές επίπεδο.
Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται και στη χώρα μας μία ευρύτερη μετεξέλιξη της εγκληματικότητας προς την κατεύθυνση του “οργανωμένου εγκλήματος”, το οποίο βρίσκεται σε ανοδική πορεία, τόσο από πλευράς έκτασης, όσο και σοβαρότητας. Κατά τον καθηγητή του Πανεπιστημίου Φρανκφούρτης κ. Ηassemer, αποτελεί ” μία ποιοτικά νέα μορφή εμφάνισης της εγκληματικότητας και όχι μία ποσοτική αύξηση της μέχρι σήμερα εγκληματικής πρακτικής”.
ΟΡΙΣΜΟΣ:
Ο ορισμός του οργανωμένου εγκλήματος αποτέλεσε και συνεχίζει να αποτελεί σημείο τριβής σε όλα τα διεθνή fora. Έτσι λοιπόν, οργανωμένο έγκλημα, σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Εγκληματολογικής Αστυνομίας (INTERPOL), είναι κάθε επιχείρηση ή ομάδα ατόμων, που εμπλέκονται σε διαρκώς παράνομη δραστηριότητα, η οποία έχει, ως πρωταρχικό σκοπό την απόκτηση κερδών, ανεξάρτητα από τα εθνικά σύνορα.
ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ:
Ι) Ευρωπαϊκή Ένωση*
Από το 1994, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, για να καταρτίσει έναν κοινό, για όλα τα κράτη-μέλη της Ε.Ε., ορισμό της εν λόγω εγκληματικής δραστηριότητας, έτσι ώστε να εντάσσονται στην έννοιά του συγκεκριμένες εγκληματικές δράσεις ή εγκληματικές ομάδες, υιοθέτησε συνολικά (11) κριτήρια που θα πρέπει να συντρέχουν κάθε φορά που αναφερόμαστε στο “οργανωμένο έγκλημα” και είναι τα εξής:
1) Συνεργασία μεταξύ περισσοτέρων των δύο προσώπων, δηλαδή συγκρότηση ομάδας.
2) Καταμερισμός των καθηκόντων στα μέλη της ομάδας.
3) Μεγάλη ή απροσδιόριστη χρονική διάρκεια ύπαρξης της ομάδας.
4) Κάποια μορφή πειθαρχίας και ελέγχου.
5) Υπόνοιες διάπραξης σοβαρών εγκλημάτων.
6) Διεθνή δράση της ομάδας.
7) Χρήση βίας άλλων μέσων εκφοβισμού.
8) Χρήση εμπορικών ή επιχειρησιακών δομών.
9) Εμπλοκή σε νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες.
10)Άσκηση επιρροής στους τομείς της πολιτικής, ΜΜΕ, της Δημόσιας Διοίκησης, των Δικαστικών Αρχών και της οικονομίας.
11)Επιδίωξη κέρδους και / ή ισχύος, ως βασικός στόχος.
Από τα τα ανωτέρω κριτήρια πρέπει να συντρέχουν τουλάχιστον τα έξι (6). Σε αυτά υποχρεωτικά πρέπει να περιλαμβάνονται τα υπ’ αριθμ. (1), (3), (5) και (11).
ΙΙ) Πολιτική Διακήρυξη της Νάπολης
Σύμφωνα με αυτήν για να υπάρχει “οργανωμένο έγκλημα” πρέπει να συντρέχουν τα εξής χαρακτηριστικά:
1) Οργανωμένη ομάδα για την διάπραξη εγκλήματος.
2) Ιεραρχικές διασυνδέσεις ή σχέσεις διαπροσωπικές που επιτρέπουν στον αρχηγό της ομάδας να ελέγχει τα μέλη της.
3) Ως μέσα που χρησιμοποιούνται για την προσπόριση κέρδους ή τον έλεγχο περιοχών και αγορών, είναι η βία, ο εκφοβισμός και η διαφθορά.
4) Ξέπλυμα των παράνομων εσόδων για περαιτέρω εγκληματική δραστηριότητα και για διείσδυση στην νόμιμη οικονομία της χώρας δράσης.
5) Δυνατότητα επέκτασης σε νέες δραστηριότητες πέραν των εθνικών συνόρων.
6) Συνεργασία με άλλες ομάδες υπερεθνικού οργανωμένου εγκλήματος.
ΙΙΙ) Ηνωμένα Έθνη
Στο άρθρο 2 της σύμβασης των Η.Ε., που υπογράφηκε από 121 μέλη το 2000 στο Παλέρμο της Σικελίας, η έννοια της εγκληματικής οργανωμένης ομάδας έχει ως εξής: “οργανωμένη εγκληματική ομάδα σημαίνει μια δομημένη ομάδα τριών ή περισσοτέρων προσώπων, που υφίσταται για κάποια χρονική περίοδο και ενεργεί από κοινού με σκοπό να τελέσει ένα ή περισσότερα σοβαρά εγκλήματα ή αδικήματα που θεσπίζονται, σύμφωνα με την παρούσα Σύμβαση, έτσι ώστε να προσπορισθεί άμεσα ή έμμεσα, οικονομικό ή άλλο υλικό όφελος.”
ΕΘΝΙΚΗ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ
Ι) Ν. 2928/2001.Με τον νόμο αυτόν τροποποιήθηκαν διατάξεις του Π.Κ και του Κ.Π.Δ.Συγκεκριμένα:
α) Τροποποιήθηκε το άρθρο 187 Π.Κ. Συγκεκριμένα με την παρ. 1 εισάγεται η έννοια της “Εγκληματικής Οργάνωσης”.Μεταξύ των εγκλημάτων που επισύρουν τις προβλεπόμενες από το άρθρο αυτό ποινές, όταν διαπράττονται από “εγκληματική οργάνωση” είναι και τα εγκλήματα του άρθρου 264(εμπρησμός) και του 265 (εμπρησμός σε δάση).
β) Προστέθηκε το άρθρο 187Β Π.Κ.
γ) Στο άρθρο 9 του Ν.2928/2001 προβλέπεται η προστασία μαρτύρων.
δ)Στον Κ.Π.Δ προστέθηκε το άρθρο 253Α, που προβλέπει ειδικές ανακριτικές πράξεις, όπως ανακριτική διείσδυση, άρση απορρήτου των τηλεφωνικών επικοινωνιών, καταγραφή δραστηριοτήτων ή άλλων γεγονότων εκτός κατοικίας με συσκευές ήχου ή εικόνας ή με άλλα τεχνικά μέσα
II) Στο άρθρο 9 του Ν.2928/2001 προβλέπεται η προστασία μαρτύρων.
ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ
Η αντιμετώπιση των οργανωμένων αυτών εγκληματικών ομάδων είναι ιδιαίτερα δύσκολη λόγω της διεθνοποίησης της δράσης τους αλλά και του εκσυγχρονισμού του τρόπου και μεθόδου δράσης τους. Είναι δομημένες άρτια και στην οργανωτική τους δομή έχουν ιεραρχία (αρχηγός-μέλη με συγκεκριμένες και εξειδικευμένες αποστολές σε μία ή και περισσότερες χώρες κ.α). Για το λόγο αυτό απαιτούνται ιδιαίτεροι χειρισμοί, σωστή οργάνωση και σοβαρή προσπάθεια σε εθνικό και υπερεθνικό επίπεδο.Σκοπός των διωκτικών αρχών είναι η διάλυση και ακύρωση της δράσης της οργάνωσης και όχι απλά η σύλληψη μεμονωμένων μελών.
ΜΟΡΦΕΣ ΟΡΓΑΝΩΜΕΝΟΥ ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΣ
Αποτελούν όλα τα εγκλήματα που προβλέπονται από το άρθρο 187 παρ. 1 Π.Κ. Ενδεικτικά σοβαρές μορφές αποτελούν το εμπόριο ναρκωτικών, όπλων, προσώπων, η κλοπή έργων τέχνης και πολιτισμού, η γενετήσια κατάχρηση παιδιών, η διαφθορά, το λαθρεμπόριο πάσης φύσεως, η λαθρομετανάστευση, τα περιβαλλοντικά εγκλήματα, μεταξύ αυτών και ο εμπρησμός κ.α.
.
.
ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ ΕΜΠΡΗΣΜΟΥ
Όσο κι αν δεν μπορεί εύκολα να γίνει αντιληπτό, οι νομοτυπικές μορφές εμπρησμού (κοινού και σε δάση), αν συντρέχουν τα προαναφερόμενα κριτήρια και προϋποθέσεις, και δεν είναι σπάνιες οι περιπτώσεις αυτές στην υπηρεσιακή μου διαδρομή και από την προσωπική μου εμπειρία, που μπορούν να χαρακτηρισθούν “ΟΡΓΑΝΩΜΕΝΟ ΕΓΚΛΗΜΑ ΕΜΠΡΗΣΜΟΥ”.
Ο μεγάλος αριθμός δασικών πυρκαγιών με δόλια ενέργεια στην ίδια ή ευρύτερη ή διαφορετική περιοχή, π.χ πυρκαγιές του έτους 2007 σε Ηλεία, Εύβοια, Μεσσηνία, Λακωνία κ.α, ταυτόχρονα ή σε διαφορετικό χρόνο, από δράστες που ενεργούν με διαφορετικά κίνητρα ή με ταυτότητα κινήτρων αλλά με διαφορετικούς στόχους, η ιδιαίτερα μεγάλη καμένη δασική έκταση, το μέσο που χρησιμοποίησε ο δράστης/ες του εμπρησμού έστω κι αν αφορά σύγχρονο τεχνολογικά εμπρηστικό μηχανισμό καθώς και άλλες συνθήκες δράσης των εμπρηστών, όπως χρόνος, τρόπος, και ο τόπος εκδήλωσης του εμπρησμού, σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να προσδώσει και χαρακτηρίσει έναν εμπρησμό (κοινό ή δάσους), ως “οργανωμένο έγκλημα”. Κατά την ανάκριση (προανάκριση ή κύρια) απαιτείται ιδιαίτερη προσοχή για να γίνει συλλογή εκείνων των αποδεικτικών στοιχείων, που θα μπορούν να δικαιολογήσουν και υπαγάγουν στην έννοια του “οργανωμένου εγκλήματος” εγκλήματα εμπρησμού. Μπορεί να μην είναι εμφανή στους προανακριτικούς υπαλλήλους τα κίνητρα και τα κριτήρια δράσης εμπρηστή/που ενδεχομένως υποκρύπτεται πίσω από έναν εμπρησμό π,χ δάσους, για τον λόγο αυτό απαιτείται ενδελεχής και επίπονη έρευνα αλλά και συνεργασία και με άλλες διωκτικές αρχές για κάθε ύποπτη υπόθεση δόλιου εμπρησμού. Οι ελάχιστες λοιπόν προϋποθέσεις που απαιτούνται είναι, σύμφωνα με τα προαναφερόμενα κριτήρια, (6) μεταξύ όμως αυτών και τα εξής τέσσερα (4):
Ο μεγάλος αριθμός δασικών πυρκαγιών με δόλια ενέργεια στην ίδια ή ευρύτερη ή διαφορετική περιοχή, π.χ πυρκαγιές του έτους 2007 σε Ηλεία, Εύβοια, Μεσσηνία, Λακωνία κ.α, ταυτόχρονα ή σε διαφορετικό χρόνο, από δράστες που ενεργούν με διαφορετικά κίνητρα ή με ταυτότητα κινήτρων αλλά με διαφορετικούς στόχους, η ιδιαίτερα μεγάλη καμένη δασική έκταση, το μέσο που χρησιμοποίησε ο δράστης/ες του εμπρησμού έστω κι αν αφορά σύγχρονο τεχνολογικά εμπρηστικό μηχανισμό καθώς και άλλες συνθήκες δράσης των εμπρηστών, όπως χρόνος, τρόπος, και ο τόπος εκδήλωσης του εμπρησμού, σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να προσδώσει και χαρακτηρίσει έναν εμπρησμό (κοινό ή δάσους), ως “οργανωμένο έγκλημα”. Κατά την ανάκριση (προανάκριση ή κύρια) απαιτείται ιδιαίτερη προσοχή για να γίνει συλλογή εκείνων των αποδεικτικών στοιχείων, που θα μπορούν να δικαιολογήσουν και υπαγάγουν στην έννοια του “οργανωμένου εγκλήματος” εγκλήματα εμπρησμού. Μπορεί να μην είναι εμφανή στους προανακριτικούς υπαλλήλους τα κίνητρα και τα κριτήρια δράσης εμπρηστή/που ενδεχομένως υποκρύπτεται πίσω από έναν εμπρησμό π,χ δάσους, για τον λόγο αυτό απαιτείται ενδελεχής και επίπονη έρευνα αλλά και συνεργασία και με άλλες διωκτικές αρχές για κάθε ύποπτη υπόθεση δόλιου εμπρησμού. Οι ελάχιστες λοιπόν προϋποθέσεις που απαιτούνται είναι, σύμφωνα με τα προαναφερόμενα κριτήρια, (6) μεταξύ όμως αυτών και τα εξής τέσσερα (4):
- Ο δράστης/ες του εμπρησμού πρέπει να είναι μέλος/η εγκληματικής οργάνωσης (ομάδας) από τρία ή περισσότερα πρόσωπα.
- Οι δράστες της συγκεκριμένης ομάδας εμπρηστών να έχουν ή να συνεργάζονται για μια σημαντική ή ακαθόριστη χρονική περίοδο εγκληματικής δραστηριότητας.
- Η εν λόγω ομάδα-οργάνωση εμπρηστών να είναι ύποπτη για διάπραξη σοβαρών εμπρησμών ή και άλλων εγκλημάτων από τα αναφερόμενα στο άρθρο 187 Π.Κ.
- Οι εγκληματικές δραστηριότητες της ομάδας-οργάνωσης εμπρηστών να αποσκοπούν στην απόκτηση κέρδους ή εξουσίας.
Αρμόδιες λοιπόν αρχές, για τον χαρακτηρισμό ενός εμπρησμού, ως “οργανωμένου εγκλήματος” είναι μόνον οι Εισαγγελικές και Δικαστικές.
————————
* Tα στοιχεία αυτά καθώς και άλλα του άρθρου αυτού είναι από τη Μελέτη μου “ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΛΟΓΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΤΩΝ ΕΜΠΡΗΣΜΩΝ” σελ. 13
Ανδριανός Γκουρμπάτσης. Να επισκεφθείτε οπωσδήποτε την σελίδα του για να διαβάσετε τη μεγάλη μελέτη.