Βασίλης Δημ. Χασιώτης: Καιρός να σηκώσουμε το γερμανικό γάντι…

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Αυτή η «Ευρωπαϊκή Ένωση» ή θα επανασυγκροτηθεί ΕΔΩ ΚΑΙ ΤΩΡΑ σε νέες βάσεις, ή θα σύρεται πίσω από το Γερμανικό Άρμα, ως λεία.

Πλέον, ακόμα και όσοι (αναφέρομαι ασφαλώς εκτός Γερμανίας) με δυσκολία ή και από πεποίθηση αρνούνταν να δουν και καυτηριάσουν τη στάση της Γερμανίας στα ευρωπαϊκά ζητήματα, που ούτως ή άλλως αποτελούν την μειοψηφία, ακόμα κι αυτοί αρχίζουν να δυσανασχετούν.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση, ουσιαστικά συγκροτείται από δύο διακεκριμένα στρατόπεδα : Από τη μια η Γερμανία με τους «φίλους» της, και από την άλλη η Υπόλοιπη Ευρώπη. Είναι δύο στρατόπεδα με αποκλίνουσες τις θεμελιώδεις οικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές τους επιδιώξεις, είναι μια πραγματικότητα η οποία αποτελεί το πλέον έγκυρο πιστοποιητικό θανάτου της Ευρωπαϊκής Προοπτικής όπως αυτή είχε τεθεί στις θεμελιακές συνθήκες του Μεγάλου Ευρωπαϊκού Εγχειρήματος στη δεκαετία του 1950.
Η νυν «Ευρωπαϊκή Ένωση», δεν είναι μια Ένωση «εταίρων», είναι μια Ένωση άκρως ανταγωνιστικών ΕΘΝΙΚΩΝ αγορών. Μια Ένωση όπου ισχύουν, όπως σε κάθε αγοραία πραγματικότητα, οι αγοραίοι νόμοι. Σε τούτο το μοτίβο, νομοτελειακά επικρατεί ο ισχυρότερος αγοραίος ανταγωνιστής, η Γερμανία εν προκειμένω (και τρεχόντως), ο οποίος βεβαίως όσο περισσότερο μονοπωλιακά κατέχει την αγοραία δύναμη, τόσο πιο απροκάλυπτα την επιβάλει.
Δεν είναι λοιπόν καθόλου περίεργο μα ούτε και εξωπραγματικό όταν αναφερόμαστε σε αγοραίες καταστάσεις, το γιατί η Γερμανία, δεν έχει κανένα λόγο να επιθυμεί μια κατάσταση πραγμάτων και μια προοπτική διαφορετική από αυτή που η ίδια επιβάλλει στην «Ένωση», διαφορετική από αυτή σήμερα υπάρχει, και γιατί αντιμάχεται κάθε ιδέα ολοκλήρωσης της προοπτικής της πολιτικής ένωσης σε μια Ομοσπονδιακή Ευρωπαϊκή Ένωση ή όπως αλλιώς θα μπορούσε να ονομαστεί.
Αντ’ αυτού, μεθυσμένη από την ίδια της τη δύναμη, η Γερμανία δεν παύει να πετά το γάντι συνεχώς προς την Υπόλοιπη (κατά τα ανωτέρω) Ευρώπη, οσάκις εγείρονται κάποιες φωνές διαμαρτυρίας εναντίον της.
Όμως, είναι καιρός να σηκώσουμε αυτό το γερμανικό γάντι που ασταμάτητα πετά η Γερμανία στην υπόλοιπη Ευρώπη. Για την ακρίβεια δε, δεν μας το πετά για να διαπιστώσει πόσο έτοιμοι είμαστε να το σηκώσουμε και άρα να αναμετρηθούμε (πολιτικά βεβαίως) μαζί της. Η Γερμανία δεν προσκαλεί. Προκαλεί. Και προκαλεί, όταν το κρίνει σκόπιμο, με τον πλέον εξευτελιστικό τρόπο για τον «εταίρο» εκείνο που της αντιτίθεται, πόσο μάλλον την αμφισβητεί, όπως συνέβη στην περίπτωση της μνημονιακής Ελλάδας. Και προκαλεί την λοιπή Ευρώπη όχι πετώντας το γάντι σε κάθε κρίσιμη περίσταση που αμφισβητείται το γερμανικό «αλάθητο», μα ραπίζοντας με αυτό τον αυθάδη εκείνο που τολμά να της αντιμιλήσει, πόσο μάλλον να της υψώσει τη φωνή, αναμένοντας την ουδέποτε εκδηλούμενη (ως άλλωστε αναμένεται με βάση την νυν ισχύουσα ευρωπαϊκή πραγματικότητα) ουσιαστική αντίδραση μέχρι στιγμής (αν βεβαίως εξαιρέσουμε το Ηνωμένο Βασίλειο, που μάλλον, η ιστορία του δεν το επέτρεπε να τελεί -μέσω των ευρωπαϊκών υποθέσεων- υπό την ψιλή κυριαρχία του Βερολίνου).
Καιρός να χτίσουμε ένα πράγματι Κοινό Πεπρωμένο στη θέση του Γερμανικού Πεπρωμένου που μας επιβάλλει το Βερολίνο. «Κοινό» με βάση τις επιθυμίες των λαών και όχι με βάση τις επιθυμίες «τεχνοκρατών» κάθε μορφής και ιδεολογικής απόχρωσης. Και για να μη θεωρηθεί ότι μιλάμε «στον αέρα», γι ακόμα μια φορά θα υποδείξω, ως ένα τέτοιο πρότυπο υλοποίησης του στόχου της πολιτικής ενοποίησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το υπόδειγμα της κρατικής συγκρότησης του ελβετικού πολυεθνικού Κράτους (και ασφαλώς, και τον τρόπο με τον οποίο εκεί ο ελβετικός λαός συμμετέχει στα κοινά). Βεβαίως, κάθε διαφορετική άποψη είναι ευπρόσδεκτη εφόσον όμως στοχεύει προς την δημιουργία μιας ευρωπαϊκής κρατικής οντότητας στη θέση της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Απόψεις που ομιλούν για «ολοκλήρωση» της Ευρωπαϊκής Ένωσης στη βάση οποιασδήποτε άλλης βάσεως, πλην εκείνης που οδηγεί στη δημιουργία ενιαίας ομοσπονδιακής ευρωπαϊκής κρατικής οντότητας, είναι οπωσδήποτε ενδιαφέρουσες για όσους θέλγονται από αυτές, όμως, ομιλούν για κάτι άλλο. Ομιλούν για αγοραία και οικονομική ολοκλήρωση κυρίως, ενώ οσάκις αναφέρονται σε πολιτική «ευρωπαϊκή» ολοκλήρωση εκτός όμως μιας ευρωπαϊκής ενιαίας κρατικής υπόστασης, επίσης μιλάνε για κάτι άλλο που είναι ταυτόχρονα και πολύ επικίνδυνο.
Κι αν δεν μπορούμε να χτίσουμε ένα τέτοιο Κοινό Πεπρωμένο, τότε, το Υπέρτατο Εθνικό Συμφέρον επιβάλλει ο καθείς να επιστρέψει οίκαδε. Μάλιστα δε, αυτή η ανισότιμη συμμετοχή του κάθε Κράτους – Μέλους στην Ευρωπαϊκή Ένωση -πολύ δε περισσότερο στην Ευρωζώνη-, θέτει και το ουσιαστικό συνταγματικό ζήτημα της νόμιμης αποδοχής αυτής της κατάστασης, διότι θεωρώ, πως όταν τα Κράτη – Μέλη προκειμένου να ενταχθούν στην Ευρωπαϊκή Ένωση -και την Ευρωζώνη για όσα μετέχουν και σε αυτή την Ένωση-, παραιτούνταν -όπως ήταν εύλογο μα και θεμιτό- μέρους της εθνικής τους κυριαρχίας εν ονόματι μιας υπερτέρας εθνικής ωφέλειας και σε κάθε περίπτωση στην αδιαπραγμάτευτη βάση της «ισότιμης» -σε ουσιαστικό επίπεδο-, συμμετοχής τους στη λειτουργία και στα όργανα λήψης αποφάσεων της Ένωσης, βεβαίως, δεν αναφέρονταν ούτε εννοούσαν μια «ισοτιμία» σαν αυτή που βιώνουμε ως πραγματικότητα, στην οποία κυριαρχεί η βούληση μιας Δυνάμεως, της Γερμανίας.
Η «Ευρωπαϊκή Ένωση» λοιπόν πρέπει να ξαναχτιστεί από την αρχή.
Όχι από μηδενική βάση, μα με βάση τις αρχικές Συνθήκες δημιουργίας της (από τν εποχή ήδη της ΕΟΚ) αλλά και την εν τω μεταξύ κτηθείσα εμπειρία πάνω στο ζήτημα του πώς μπορούν θεμελιώδεις αξίες να καταστρατηγηθούν και ιδιοποιηθούν, και με απαράβατο όρο την εντός συντόμου τακτής ημερομηνίας πολιτικής της Ένωσης σε ενιαία Κρατική οντότητα ομοσπονδιακού τύπου, έτσι ώστε η Νέα Ευρώπη να ξεκινήσει από την αρχή ως ενιαία πολιτική και κρατική οντότητα.
Η Ευρώπη του σήμερα, η οποία έβαλε το κάρο (την οικονομία) μπρος από το άλογο (την πολιτική ένωση σε ενιαία κρατική οντότητα), δεν μπορεί πλέον να προχωρήσει με αυτόν τον τρόπο, πολύ δε περισσότερο, όταν όλα τα άλογα πλην ενός (του γερμανικού) έχουν τεθεί «εκτός υπηρεσίας» λόγω σοβαρών αδυναμιών.
Η Νέα Ευρώπη, αν ενδιαφερόμαστε πραγματικά για ένα Νέο Ξεκίνημα και για ένα πραγματικό και όχι βερμπαλιστικό Ευρωπαϊκό Μέλλον της Ένωσης, τότε πρέπει να δώσουμε ξανά περιεχόμενο και κυρίως να καταστήσουμε πραγματικές και όχι θεωρητικές συνιστώσες του ευρωπαϊκού γίγνεσθαι τα οράματα και αξίες που θα διέπουν τη Νέα Ευρώπη και τις προσαρτημένες σ’ αυτά στρατηγικές και πολιτικές, που θα εγκριθούν με ομοιόμορφο τρόπο (με δημοψηφίσματα) από όλα τα Κράτη που θα εκφράσουν την επιθυμία τους να ενταχθούν σ’ αυτή.
Πάντως, αν πρόκειται αυτή η Νέα Ευρώπη να επιχειρηθεί να επιδιωχθεί, είναι πολύ σημαντικό να επιδιωχθεί ΕΔΩ ΚΑΙ ΤΩΡΑ. Αργότερα, ίσως να είναι πολύ αργά.
keimeno hasiotis 1

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

ΔΗΜΟΦΙΛΗ