Οι ακριτοµυθίες για τους αρχαίους Ελληνες (δηλαδή η ασύνετη και απερίσκεπτη χρήση λόγου) αντιµετωπίζονταν ως θέµα ήθους, φρόνησης και υπευθυνότητας απέναντι στην κοινωνία. ∆εν αφορούσαν τη συµπεριφορά του ανθρώπου, αλλά την υπόστασή του. Ο Αριστοτέλης στα «Ηθικά Νικοµάχεια» κατατάσσει την ακριτοµυθία στα ελαττώµατα που δείχνουν έλλειψη φρόνησης και χαρακτήρα. Αν κάποιος δεν µπορεί να συγκρατήσει τη γλώσσα του είναι επικίνδυνος και για τον εαυτό του και για την κοινωνία.

Η Ελενα Ακρίτα, την προηγούµενη βδοµάδα, αποφάσισε να καταφύγει σε ύβρεις και ακριτοµυθίες εναντίον του δηµοσιογράφου Αγγελου Προβολισιάνου για τη δηµοσίευση ενός παραπολιτικού σχολίου. Για την Ακρίτα αποδείχθηκε ότι ως πολιτικός προτιµάει τα άκριτα πράγµατα και τη δηµοσιογραφία χωρίς άποψη και κρίση, αν και µέχρι πρότινος µόνο µε αυτήν τη δηµοσιογραφία του κρίνειν είχε ασχοληθεί.

Με τη σειρά της η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ (και ευτυχώς µόνο αυτή) ακολούθησε άκριτα τη γραµµή που διαµόρφωσε εν τοις πράγµασι η βουλευτής του κόµµατος, ενώ γνώριζε πολύ καλά µέσω επικοινωνίας σε chat της κοινοβουλευτικής οµάδας ότι η επίθεση εναντίον µας έγινε γιατί κάναµε επικριτικά σχόλια. Αρα, ο στόχος ήταν να µην κάνουµε τέτοια σχόλια, δηλαδή να φοβηθούµε και να φιµωθούµε. Μια άλλη λύση θα ήταν να βάλουµε αρχισυντάκτη στην εφηµερίδα την Ελενα Ακρίτα ή ακόµη καλύτερα τον Σωκράτη Φάµελλο. Εδώ µιλάµε για την ακριτοµυθία ως πολιτική.
Οπως ήταν φυσικό, η εφηµερίδα αντέδρασε στην επίθεση, υπερασπιζόµενη το δικαίωµα του δηµοσιογράφου να γράφει ελεύθερα, να κρίνει τα πολιτικά πρόσωπα και να ορίζει τη σχέση της µε την πολιτική ως µια σχέση µε ζητούµενο το κοινωνικό όφελος και όχι αυτό του κόµµατος. Ο δηµοσιογράφος, λέει η νοµολογία που συνοδεύει το άρθρο 10 της ΕΣ∆Α, «έχει δικαίωµα να κρίνει τα δηµόσια πρόσωπα µε σκληρή, υπερβολική ακόµη και άδικη κριτική». Τον αποκαλεί δε «public watchdog» για τον δηµόσιο χώρο και τα δηµόσια πρόσωπα. Αυτά έπρεπε να τα ξέρουν και η Ελενα Ακρίτα αλλά και ο Σωκράτης Φάµελλος, αφού το κόµµα τους τα έχει στηρίξει ζητώντας και πετυχαίνοντας καταδίκη της κυβέρνησης Μητσοτάκη από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για την παραβίασή τους. Η πρώτη µάλιστα είναι και δηµοσιογράφος.
Τα γνωρίζει και το πλήθος των ανώτατων στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ, που ζητούσε επίµονα από την ηγεσία να απαιτήσει από την Ελενα Ακρίτα να ζητήσει συγγνώµη από τον δηµοσιογράφο και αν δεν το κάνει να βγει ανακοίνωση µε την οποία το κόµµα θα δηλώνει το αυτονόητο: «Ο πολιτικός κρίνεται και ο δηµοσιογράφος έχει δικαίωµα να κρίνει». Παρά την απαίτηση των κοµµατικών στελεχών, ο Σωκράτης Φάµελλος επέλεξε να συρθεί άκριτα στην παγίδα που τον έριξε (;) η Ακρίτα, προφανώς υποχρεωµένος επειδή πίστευε ότι οι ακριτοµυθίες και οι βρισιές εναντίον του δηµοσιογράφου ήταν πρακτική που έγιναν για χάρη του. Μιλάµε για κριτήριο πολιτικής, όχι αστεία, που θα έλεγε χαριτολογώντας και η Ακρίτα.
Οπως έχουν καταλάβει όλοι όσοι διαβάζουν Documento εδώ και χρόνια, δεν υπάρχει τίποτε προσωπικό µεταξύ της δηµοσιογραφικής οµάδας µας και της Ακρίτα ή του Φάµελλου. Αντιθέτως και οι δύο είχαν συχνή παρουσίαση της δραστηριότητας και των θέσεών τους από την εφηµερίδα. Το Documento είναι µια ανεξάρτητη εφηµερίδα που απευθύνεται κυρίως στον προοδευτικό κόσµο και τον κόσµο της κεντροαριστεράς, αλλά ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗ. Αυτό σηµαίνει ότι για µας το «κεντροαριστερά και πρόοδος» είναι θέµα οπτικής και αντίληψης, ούτε ταύτισης ούτε εξάρτησης. Πρακτικά αυτό σηµαίνει ότι αν ο Φάµελλος κάνει λάθος ή αν η δράση του αποτιµηθεί ως αναντίστοιχη µε τις περιστάσεις, θα το γράψουµε. ∆εν θα αγοράσουµε το αφήγηµα «είµαστε όλοι εναντίον του Μητσοτάκη» άρα κάνουµε τουµπεκί. Αυτό δεν είναι δηµοσιογραφία είναι εξαπάτηση του κόσµου και συµµετοχή σε νταραβέρι. Αν η Ακρίτα γράψει ανοησίες, όπως αυτή για τον συντάκτη του Documento, είτε το κάνει γιατί δεν έχει ανοχή στην κριτική είτε για να πουλήσει εκδούλευση στον αρχηγό της, είµαστε απέναντι. ∆ουλειά µας δεν είναι να λύσουµε τα προβλήµατα της σχέσης τους µε την πολιτική ούτε να εξασφαλίσουµε ότι θα κατανοήσουν τη σοβαρότητα και την ιστορικότητα όσων συµβαίνουν. Αν δεν καταλαβαίνουν ότι πρώτος εχθρός για την κοινωνία είναι η πολιτική που εκφράζει ο Μητσοτάκης και δεύτερος εχθρός το δικό τους έλλειµµα να υπερασπιστούν τον κόσµο αντί να χτυπάνε δηµοσιογράφους, τότε καλύτερα να αποχωρήσουν. Εµείς δεν γίνεται να αποχωρήσουµε ούτε να υποχωρήσουµε από το να γράφουµε και να υπογράφουµε όσα πιστεύουµε.
Η αντιπαράθεση µε την Ακρίτα ήταν θέµα αρχής, ούτε βεντέτας ούτε εµµονής. Και ο τρόπος που την αντιλαµβανόµαστε σχετίζεται µε τη σηµαντικότητα που έχει για µας η ανεξάρτητη δηµοσιογραφία. ∆εν θα τη βάλουµε στην προκρούστρεια κλίνη µε κριτήριο τι συµφέρει ένα κόµµα ή τι τσαλακώνει τον εγωισµό µιας περσόνας.
Κατά τη διάρκεια δηµοσιευµάτων που κάναµε απαντώντας ουσιαστικά στις επιθέσεις, υπήρξαν σχόλια ανθρώπων που θεωρούσαν ότι η αντιπαράθεση µε την Ακρίτα και κατ’ επέκταση µε όποιον δεν σέβεται τη δηµοσιογραφία αποσπά την προσοχή από τα πραγµατικά προβλήµατα και τα σκάνδαλα όπως αυτό του ΟΠΕΚΕΠΕ, των ΕΣΠΑ και όλα αυτά που υπογράφει η κυβέρνηση Μητσοτάκη. Θέλω να καταθέσω και από εδώ τη θέση που δηµοσίευσα στα social media: «Επειδή στις αναρτήσεις που έχω κάνει υπερασπιζόµενος τον δηµοσιογράφο που δέχθηκε επιθέσεις από την Ελενα Ακρίτα και το Documento, διαβάζω σχόλια ότι είµαστε στο έλεος Μητσοτάκη µε σκάνδαλα όπως ΟΠΕΚΕΠΕ, ΕΣΠΑ, ληστεία της χώρας και εµείς ασχολούµαστε µε τη δικιά µας αντιπαράθεση, να σηµειώσω:
1. Ολα αυτά τα σκάνδαλα που αποδεικνύουν την επικίνδυνη διακυβέρνηση Μητσοτάκη τα έχουµε αποκαλύψει εµείς και όχι η Ακρίτα ή αποψολόγοι και γενικώς ανησυχούντες. Εχουµε µάλιστα πληρώσει βαρύ τίµηµα.
2. Εµείς δεν είµαστε κόµµα για να δώσουµε λύσεις αλλά δηµοσιογράφοι για να δείχνουµε στην κοινωνία τι συµβαίνει και να τη βοηθάµε να κρίνει. Τις λύσεις τις δίνουν τα κόµµατα και η λαϊκή ετυµηγορία.
3. Εχουµε υποχρέωση να υπερασπιζόµαστε την ελευθερία του Τύπου είτε απειλείται από τον Μητσοτάκη είτε από την επιπολαιότητα κοµψευόµενων παραγόντων.
4. Κάνουµε τη δουλειά µας χωρίς βουλευτικές ή άλλες ασυλίες και αντίστοιχες αποζηµιώσεις. ∆εν µας αφορούν εσωκοµµατικοί συσχετισµοί και τακτικισµοί καρέκλας.
5. Το να υπερασπιζόµαστε αυτό που θεωρούµε σωστό, την ακεραιότητα και τη δηµοσιογραφία, δεν αναιρεί τη µάχη που δίνουµε µε το σύστηµα. Αντιθέτως το ένα υποβοηθά το άλλο.
Οποιος θέλει, λοιπόν, διαβάζει, σχηµατίζει άποψη και κάνει αυτό που θεωρεί σωστό. Τόσο απλό, τίµιο και ωφέλιµο για τη ∆ηµοκρατία».
Για να τελειώνουµε λοιπόν. ∆εν είµαστε πολιτικοί ούτε αυτοί που θα τους δικαιολογήσουν και θα τους καλύψουν. Το να ενορχηστρώνουν οι «θιγόµενοι» επιχειρήσεις του τύπου «αποσπάτε από τα προβλήµατα του κόσµου» προκειµένου να καλυφθούν, το µόνο που κάνουν είναι να αποκαλύπτονται ότι δεν µπορούν να λύσουν κανένα πρόβληµα. Είµαστε επαγγελµατίες δηµοσιογράφοι και υπερασπιστές της δηµοσιογραφίας. ∆εν είµαστε ούτε influencers ούτε αργόσχολοι νάρκισσοι του εικονικού κόσµου των likes ούτε ακόλουθοι της πολιτικής αβρότητας που αναζητά καρέκλα. Οποιος θέλει να δοκιµάζει να παραβιάζει όσα δεν πρέπει, από µας θα έχει µία και µόνη αντιµετώπιση.
Αν δεν την ξέρει, ας ρωτήσει τον Μητσοτάκη.
