Όπως έχει υποδειχθεί κατ’ επανάληψιν η επικίνδυνη διασπορά του COVID-19 αποτελεί ίσως τη μεγαλύτερη κρίση που αντιμετωπίζει η ανθρωπότητα μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο.
Και ενώ στον υγειονομικό τομέα καταβάλλονται προσπάθειες για την αντιμετώπιση των πολυδιάστατων προβλημάτων κάτω από αντίξοες συνθήκες, κυβερνήσεις, κοινωνίες και πολίτες καλούνται να διαχειριστούν τις επιπρόσθετες προκλήσεις.
Υπογραμμίζεται, μεταξύ άλλων, το γεγονός ότι έχει επηρεασθεί η καθημερινότητα στις πλείστες χώρες του κόσμου. Δεν είναι μόνο η υγειονομική, κοινωνική και ψυχολογική διάσταση των νέων δεδομένων: ενδεχομένως οι οικονομικές επιπτώσεις αποτελούν την σοβαρότερη αιτία αποσταθεροποίησης. Γι’ αυτό θα πρέπει να καταβληθούν προσπάθειες για την αναχαίτιση των δυσμενών επιπτώσεων. Ήδη διάφοροι ακαδημαϊκοί και άλλοι αναλυτές διεθνώς εκτιμούν ότι ενδεχομένως η επόμενη μέρα της πανδημίας να μην είναι η ίδια όπως προηγουμένως.
Εν ολίγοις διαβλέπουν «λιγότερη ευημερία και λιγότερες ελευθερίες». Προσωπικά ενώ κατανοώ τους κινδύνους θέλω να είμαι συγκρατημένα αισιόδοξος καθώς υπάρχουν τα εργαλεία πολιτικής για να αποτραπεί η καμένη γη. Με την κατάλληλη διαχείριση θα είμαστε σε καλύτερη θέση να οικοδομήσουμε ξανά την οικονομία καθώς και ένα νέο ολοκληρωμένο κοινωνικοοικονομικό και πολιτικό υπόδειγμα όταν αρχίσει η επανεκκίνηση.
Το μείζον σήμερα είναι η καταπολέμηση της πανδημίας και η καλύτερη δυνατή αντιμετώπιση των υγειονομικών ζητημάτων. Είναι θλιβερό το γεγονός ότι οι υποδομές υγείας σε πολλές χώρες, περιλαμβανομένης και της Κύπρου, βρέθηκαν κάτω από εξαιρετικά δύσκολες περιστάσεις καθώς τα προηγούμενα χρόνια είχαν υποβαθμισθεί ως αποτέλεσμα ενός στρεβλού υποδείγματος. Εκ των πραγμάτων το θέμα αυτό θα τεθεί επί τάπητος στα πλαίσια της επαναξιολόγησης του ρόλου του κράτους.
Εξ ίσου σημαντική είναι η αποφυγή της καμένης γης ως αποτέλεσμα της παράλυσης πολλών τομέων της οικονομίας. Γι’ αυτό τον λόγο σχεδόν όλα τα κράτη έχουν υιοθετήσει μια επεκτατική δημοσιονομική και νομισματική πολιτική καθώς και δέσμες στοχευμένων μέτρων για την αντιμετώπιση των συνεπειών. Ένα από τα ερωτήματα που τίθενται είναι πώς θα υπερπηδήσουν οι διάφορες χώρες το μείζον πρόβλημα των περιορισμένων πόρων καθώς και των ορίων δανεισμού.
Στην ΕΕ ήδη έχει τεθεί επί τάπητος η υιοθέτηση ενός νέου Σχεδίου Marshall παρά τις αντιδράσεις της Γερμανίας. Πρέπει να σημειωθεί ότι ενώ στην προηγούμενη κρίση της Ευρωζώνης το Βερολίνο επέβαλε την πολιτική της σκληρής λιτότητας, στη σημερινή συγκυρία η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προχώρησε πρώτα στην αναστολή των κανόνων δημοσιονομικής πειθαρχίας και ακολούθως στη συζήτηση τρόπων στήριξης των οικονομιών των διαφόρων χωρών. Εκ των πραγμάτων η υιοθέτηση της πολιτικής του Ευρωομόλογου έχει πλέον καταστεί επιτακτική αναγκαιότητα. Επιπρόσθετα, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα καλείται να εξαντλήσει όλες τις δυνατότητες της περιλαμβανομένης και της δημιουργίας νέου χρήματος το οποίο εύλογα θα διατεθεί σε όλες τις χώρες μέλη της Ευρωζώνης.
Και ενώ λαμβάνουν χώρα όλες αυτές οι διεργασίες η Κύπρος καλείται να τοποθετηθεί ανάλογα εντός της ΕΕ και να συμβάλει στο γίγνεσθαι της επόμενης μέρας. Η χώρα μας θα έπρεπε να είχε ήδη τοποθετηθεί υπέρ της πολιτικής του Ευρωομόλογου καθώς και άλλων μορφών επεκτατικής μακροοικονομικής πολιτικής και στοχευμένων μέτρων. Πέραν τούτου η Κύπρος σωστά προβαίνει σε δανεισμό για να στηρίξει επιχειρήσεις, αυτοεργοδοτούμενους και θέσεις απασχόλησης. Το δημοσιονομικό έλλειμμα που θα προκύψει, καθώς και η αύξηση του δημόσιου χρέους, μπορούν να αντιμετωπισθούν με την επανεκκίνηση της οικονομίας.
Δεν πρέπει επίσης να μας διαφύγει το θέμα των δημοκρατικών και ατομικών ελευθεριών. Οι περιορισμοί που επιβλήθηκαν εν πολλοίς στηρίχθηκαν και εφαρμόσθηκαν από τους πολίτες. Παράλληλα όμως επισημαίνεται ότι θα μπορούσαν να προωθηθούν με τρόπο που θα επεδείκνυε περισσότερο σεβασμό αλλά και εμπιστοσύνη προς τους πολίτες.
Με το τέλος της πανδημίας αναπόφευκτα θα βρεθούμε ενώπιον μιας νέας κατάστασης πραγμάτων. Το ζητούμενο είναι να είμαστε σε θέση να προστατεύσουμε την ευημερία των πολιτών καθώς και τις ατομικές ελευθερίες. Ταυτόχρονα ήδη έχει αρχίσει η συζήτηση για την επόμενη μέρα. Αντιλαμβάνομαι ότι υπάρχουν πολλές επιφυλάξεις καθώς και δυσοίωνες προβλέψεις. Θα πρέπει να εργασθούμε ούτως ώστε όχι μόνο να διαφυλαχθεί ο τρόπος ζωής μας αλλά ταυτόχρονα να βελτιωθεί στα πλαίσια της αλλαγής υποδείγματος.
Ο Καθηγητής Ανδρέας Θεοφάνους είναι Πρόεδρος του Κυπριακού Κέντρου Ευρωπαϊκών και Διεθνών Υποθέσεων καθώς και του Τμήματος Πολιτικών Επιστημών και Διακυβέρνησης του Πανεπιστημίου Λευκωσίας.
sigmalive