Η κυβέρνηση επί πέντε χρόνια κάνει ό,τι περνάει από το χέρι της για να συμπιέζει την κοινωνία και όχι να της δίνει ανάσες αποσυμπίεσης ώστε να υπάρχει κοινωνική ειρήνη

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Του Μανώλη Κοττακη

Σε όλη μου τη ζωή αγαπώ τον συναγωνισμό. Τη δημιουργική άμιλλα. Δεν ζηλεύω τον καλύτερο, μου δίνει κίνητρο για να βελτιώνομαι. Στα 22 μου μαζί με τον επιστήθιο φίλο Ευριπίδη Στυλιανίδη αποστείλαμε -ήταν Απρίλιος του 1989- στον τότε Πρόεδρο της Νέας Δημοκρατίας και μετέπειτα πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Μητσοτάκη την πρότασή μας για τα μη κρατικά πανεπιστήμια. Τη δημοσιεύσαμε μάλιστα στον θρυλικό «Οικονομικό Ταχυδρόμο» του Γιάννη Μαρίνου, σε απάντηση ενός άρθρου τού τότε γενικού γραμματέα του υπουργείου Παιδείας Διονύση Κλάδη. Εχουμε στο αρχείο μας και την επιστολή της απάντησης του επίτιμου.

Ηταν μια πρόταση για τον συναγωνισμό μεταξύ δημόσιων και ιδιωτικών, μη κρατικών πανεπιστημίων, υπό την αυστηρή εποπτεία του κράτους σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 16 του Συντάγματος. Ηταν μία πρόταση που ακόμα και σήμερα που τη διαβάζω αισθάνομαι υπερήφανος γιατί από τότε είχαμε στον νου μας στην ποιότητα των σπουδών της ελληνικής Ανώτατης Εκπαίδευσης, δημόσιας και μη κρατικής, στον 21ο αιώνα. Αυτός ήταν ο ορίζοντάς μας. Δημοσιεύεται ολόκληρη στο βιβλίο μας που κυκλοφόρησε στις εκδόσεις Σιδέρη το 2007 με τον τίτλο «Κόντρα στη δικτατορία των μετριοτήτων».

Προς την ίδια κατεύθυνση εκινείτο ένας άλλος συμφοιτητής μας (ήμασταν μαζί στο τμήμα Ιδεολογίας της ΔΑΠ υπό την καθοδήγηση του Βασίλη Ιορδανίδη) και διακεκριμένος φιλελεύθερος , ο Τάσος Αβραντίνης. Με ικανοποίηση διαπιστώνουμε σήμερα ότι ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης επιχειρεί να υλοποιήσει τη συνταγματική μεταρρύθμιση του 2007 που εμπόδισαν γνωστά κέντρα του ΠΑΣΟΚ, της Αριστεράς και καθηγητικών αυθεντιών των δημόσιων ΑΕΙ.

Την υλοποιεί και στο σκέλος της ίδρυσης μη κρατικών πανεπιστημίων, αλλά και στο σκέλος της επιστολικής ψήφου των αποδήμων, με στρεβλό τρόπο όμως στο δεύτερο. Το ενδιαφέρον, μάλιστα, είναι ότι αυτοί που εμπόδισαν την αναθεώρηση του άρθρου 16 το 2007 και κρύβονταν πίσω από τον Αλέκο Αλαβάνο και τις δυνάμεις της Αριστεράς σήμερα είναι αυτοί που υποστηρίζουν ότι «η μεταρρύθμιση μπορεί να γίνει και χωρίς αναθεώρηση, με συνδυαστική ερμηνεία άρθρων του Συντάγματος». Είναι… σύμπτωση ότι έχουν αφυπηρετήσει από το πανεπιστήμιο πλέον και είναι συνταξιούχοι. Κάποιοι είναι και πρυτάνεις σε ιδιωτικά πανεπιστήμια στην Κύπρο! Με το αζημίωτο! «Συνέπεια».

Με λύπη όμως διαπιστώνω ότι στον δημόσιο διάλογο αναπαράγεται σήμερα η ίδια ακριβώς ατμόσφαιρα που οδήγησε στην αποτυχία του εγχειρήματος της νομοθέτησης των μη κρατικών πανεπιστημίων και στο παρελθόν, ενισχυμένη μάλιστα από νέα λάθη. Δυστυχώς, μετά την υποβάθμιση των κομματικών οργανώσεων της νεολαίας ΟΝΝΕΔ και ΔΑΠ επί ηγεσίας του Κυριάκου Μητσοτάκη στα πανεπιστήμια σήμερα δεν υπάρχει δύναμη ικανή για να αντιπαραταχθεί στον λαϊκισμό της Αριστεράς στα αμφιθέατρα. Το 2007 η μάχη χάθηκε στο Κοινοβούλιο, όχι στα πανεπιστήμια.

Τώρα χάνεται στα πανεπιστήμια. Οπου η ΔΑΠ είναι εξαιρετικά ασθενής απέναντι στην Αριστερά του ΚΚΕ που αναστηλώθηκε και με ευθύνη του Μαξίμου. Είχα προειδοποιήσει τον κύριο Μητσοτάκη, όταν το 2018 υποβάθμισε τη Νεολαία, που είχε τη δική της αυτονομία, σε υπάλληλο του κόμματος και μετέπειτα του Μαξίμου, ότι θα έρθει η στιγμή που θα μετανιώσει για αυτή του την επιλογή. Του είχα υποβάλει μάλιστα και ευθεία ερώτηση στη συνέντευξη Τύπου στη Διεθνή Εκθεση Θεσσαλονίκης του 2018 για τη σχεδιαζόμενη κατάργηση της ΔΑΠ. Αλλά εκείνος, νομίζοντας ότι η Νεολαία είναι φυτώριο αμφισβήτησης της ηγεσίας του και με το σκεπτικό ότι δεν μπορούσε να την ελέγξει, την ακύρωσε και την εξαφάνισε.

Τα αποτελέσματα είναι ορατά τώρα. Δεν μπορεί να ανακόψει την ορμή των κομμουνιστών και των αναρχικών που κάνουν ό,τι θέλουν μέσα στο πανεπιστήμιο αφαιρώντας τον λόγο από φιλελεύθερους φοιτητές και απειλώντας τους. Εχουμε γυρίσει δυστυχώς στα πρώτα χρόνια της Μεταπολίτευσης. Οταν ανέβαινε στο βήμα της Νομικής για να μιλήσει ο Κώστας Καραμανλής και από κάτω ακουγόταν ένα βουητό που δεν του επέτρεπε να αναπτύξει τη σκέψη του. Σε μεγάλο βαθμό λογικό, όμως, καθώς τον αριστερό φασισμό στις μέρες μας έχει διαδεχθεί στον δημόσιο λόγο και ο νεοφιλελεύθερος φασισμός. Οταν εξαφανίζεται η διαφορετική άποψη από τη δημόσια σφαίρα επειδή είναι αριστερή, τότε και η Αριστερά απαντά αναλόγως μέσα στους χώρους που θεωρεί ιδιοκτησία της και κάστρα της.

Μια λύση για τον κύριο Μητσοτάκη, ελλείψει ΔΑΠ, θα ήταν να επιστρατεύσει τα παλαιά στελέχη της ΚΝΕ που προσεχώρησαν στη Νέα Δημοκρατία, όπως ο Τάκης Θεοδωρικάκος, ο Δημήτρης Τσιόδρας, ο Γιάννης Βλαστάρης και άλλοι, για να δώσουν την ιδεολογική μάχη για τα μη κρατικά πανεπιστήμια αντί να τους χαραμίζει για τον γάμο των ομόφυλων ζευγαριών.

Το δεύτερο κλασικό συντηρητικό λάθος που κάνει η κυβέρνηση είναι ότι άρχισε να τα βάζει με τους πρυτάνεις που δεν μπορούν να καταστείλουν τις καταλήψεις. Απειλώντας τους μάλιστα και με… διακοπή χρηματοδότησης. Οταν είναι γνωστό στους πάντες ότι η βασική υπεύθυνη για την αποτυχία αστυνόμευσης των πανεπιστημιακών σχολών έπειτα από πέντε χρόνια στην εξουσία είναι η ίδια. Οχι οι πρυτάνεις.

Πάμε τώρα στα γενικότερα θέματα. Η μεταρρύθμιση κινδυνεύει και από τη γενικότερη κοινωνική ατμόσφαιρα. Η κυβέρνηση επί πέντε χρόνια κάνει ό,τι περνάει από το χέρι της για να συμπιέζει την κοινωνία και όχι να της δίνει ανάσες αποσυμπίεσης ώστε να υπάρχει εκτόνωση και κοινωνική ειρήνη.

Το «απαγορεύεται» κάνει θραύση. Από το διαδίκτυο έως το πεζοδρόμιο. Αυτό άρχισε να αλλάζει από τα τέλη της πρώτης θητείας της, όταν νέα παιδιά ξεχύθηκαν στους δρόμους με αφορμή το έγκλημα των Τεμπών, αλλά δεν πρόλαβε να ολοκληρωθεί. Τώρα είμαστε στο στάδιο της ολοκλήρωσης. Κάθε γενιά εξεγείρεται κάθε 10-15 χρόνια στην πατρίδα μας. Το 1973 με το Πολυτεχνείο, το 1978 για τον νόμο Βαρβιτσιώτη, το 1991 για το Προεδρικό Διάταγμα Κοντογιαννόπουλου, το 1996 με το «κάτσε καλά, Γεράσιμε», το 2008 με τη δολοφονία Γρηγορόπουλου.

Εχουν περάσει 16 χρόνια από το τελευταίο ξέσπασμα της νεολαίας. Και η νεολαία θέλει τώρα να ξεσπάσει. Οχι ακριβώς για τα μη κρατικά πανεπιστήμια, αλλά για το γεγονός ότι πέρασε μία κρίση στη δεκαετία των Μνημονίων στην οποία κατάλαβε ότι είναι η πρώτη γενιά που δεν κατάφερε να μπει στο κόλπο. Το ταξικό μίσος που καλλιεργείται στα social media ξεπερνά κάθε όριο. Είναι απερίγραπτο. Εχει υιοθετηθεί το σχήμα «πλούσιοι μη κρατικά πανεπιστήμια – φτωχοί δημόσια πανεπιστήμια».

Το κλίμα αυτό τροφοδοτείται και από την εκρηκτική ατμόσφαιρα που επικρατεί μέσα στα ελληνικά σχολεία, ο έλεγχος των οποίων έχει χαθεί προ πολλού: μαθητές επιτίθενται σε μαθητές, μαθητές μαχαιρώνουν μαθητές, μαθητές αγοράζουν ζελεδάκια κάνναβης ή στικ νικοτίνης, μαθητές πρωταγωνιστούν σε ταινίες πορνό, όλος αυτός ο κόσμος αναζητεί μία αιτία για να ξεσπάσει την οργή του. Η οποία οφείλεται στην έλλειψη προτύπων, στην κατάρρευση της οικογένειας, στην κατάρρευση του σχολείου. Κυριολεκτική κατάρρευση, καθώς μερικές φορές πέφτουν και τα ταβάνια πάνω απ’ τα κεφάλια τους.

Η κυβέρνηση έχει εξαντλήσει όλη της την εφευρετικότητα ώστε να καταστρώσει τον ιδανικό πολιτικό σχεδιασμό για τον γάμο τον ομόφυλων ζευγαριών, αλλά αποδεικνύεται μέχρι στιγμής παντελώς ανίκανη για στρατηγικό σχεδιασμό προκειμένου να περάσει η μεταρρύθμιση των μη κρατικών πανεπιστημίων, η οποία στη δική μου αντίληψη μαζί με τη σωστή χρήση (και όχι καλπονοθευτική) της επιστολικής ψήφου μπορεί να οδηγήσει στην ανασύνταξη της πολιτικής, επιστημονικής και πνευματικής επετηρίδας του τόπου μας και εν τέλει στην ανασύνταξη του έθνους.

Θα πω μόνο ένα απλό επιχείρημα, το οποίο δεν έχω ακούσει κανέναν να το λέει μέχρι στιγμής στα ανενημέρωτα παιδιά τα οποία είναι έρμαια της προπαγάνδας των κομμουνιστών που χαϊδεύει το Μαξίμου. Στον ισχυρισμό ότι με τα μη κρατικά πανεπιστήμια θα υποβαθμιστούν τα πτυχία των δημοσίων η απάντηση είναι ότι αυτή τη στιγμή που μιλάμε υποβαθμίζονται και χωρίς μη κρατικά πανεπιστήμια. Με την ανεξέλεγκτη λειτουργία των κολεγίων τα οποία αποδίδουν πτυχία εξωτερικού βάση του ενωσιακού δικαίου με επαγγελματικά δικαιώματα. Αυτός που διαμαρτύρεται ότι μη κρατικό πανεπιστήμιο θα του φάει τη δουλειά αύριο αγνοεί ότι αυτή τη στιγμή στην ελεύθερη αγορά τού τρώει τη δουλειά το πτυχίο του κολεγίου το οποίο λειτουργεί ανεξέλεγκτα κάτω απ’ τη μύτη του κράτους.

ΔΗΜΟΦΙΛΗ