ΑΝΘΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΣΥΓΚΥΡΙΑ
Γράφει ο Δρ. Ηλίας Καλλιώρας
Ανά τους αιώνες, η Ελλάδα έχει πάρα πολλούς φιλέλληνες και λίγους ανθέλληνες. Πολλοί φιλέλληνες αγάπησαν την χώρα μας για την Αρχαία Ελληνική παιδεία και τον τότε πολιτισμό της, μέχρι και τον πανανθρώπινο Ελληνισμό του ιδανικού, της τέχνης, της φιλοσοφίας και της επιστήμης. Στην τρέχουσα περίοδο, ο σημερινός Έλληνας βλέπει, εδώ και δύο περίπου χρόνια, την ανώμαλη προσγείωση της σύγχρονης Ελλάδας από το ιδεώδες πρότυπο των προγόνων μας, στην σκληρά αληθινή και ιδιαιτέρως απογοητευτική συγκυρία. Για παράδειγμα, τότε, οι Ρωμαίοι ήταν εραστές του Ελληνικού πολιτισμού και συγχρόνως εχθροί των «γραικύλων». Αργότερα, και πάλι, ανάλογη μνησικακία και εθνικιστικός «δυϊσμός» υπήρχε στην εποχή της Φραγκοκρατίας κατά των τότε προγόνων μας. Μετέπειτα το ίδιο, ξανά, συνέβηκε: οι Βαυαροί (που ήρθαν ως κυβερνήτες μας, μετά τον Καποδίστρια) το ίδιο αισθάνονταν και σκέπτονταν για τους τότε Έλληνες.
Κατά την άποψή μου, ο Φρειδερίκος Νίτσε αποτελεί μια ιδιαιτέρως ξεχωριστή περίπτωση, που μας προσφέρει μια συγκροτημένη διαχρονική φιλοσοφική απάντηση στο ερώτημα: «γιατί μισούν τους Έλληνες;». Στο πρώτο του βιβλίο, του 1872, «Η Γέννηση της Τραγωδίας», ο εν λόγω Γερμανός φιλόσοφος έγραψε τότες επί λέξει: «αποδεδειγμένα σε κάθε περίοδο της εξέλιξής του ο δυτικοευρωπαϊκός πολιτισμός προσπάθησε να απελευθερώσει τον εαυτό του από τους Έλληνες». Και εξηγεί ο ίδιος, λέγοντας χαρακτηριστικά ότι οι ιδιότυποι «ανθέλληνες», δηλαδή αυτοί προσπάθησαν να «ξεφύγουν από την Αρχαία Ελλάδα, δυσαρεστήθηκαν βαθιά, «διότι οτιδήποτε κι αν δημιούργησαν, φαινομενικά πρωτότυπο και άξιο θαυμασμού, έχανε χρώμα και ζωή στη σύγκρισή του με το Ελληνικό μοντέλο, συρρικνωνότανε, κατέληγε να μοιάζει με φθηνό αντίγραφο, με καρικατούρα».
Πέρα από αυτό το αρχέτυπο του εν λόγω ιδιότυπου «ανθελληνισμού» ανά τους αιώνες, υπάρχει επίσης και ο «κρυφός ή ο λανθάνων ανθελληνισμός», που συνδέεται με την πιο σύγχρονη Ελλάδα. Το λανθάνων μίσος κατά των Ελλήνων αποδίδεται, λόγου χάρη και από τα λόγια του ίδιου του Χίτλερ που, σε συνομιλία του με τον Λένι Ρίφενσταλ, είχε πει με πικρία ότι, «εάν οι Ιταλοί δεν είχαν επιτεθεί στην Ελλάδα και δε χρειάζονταν τη βοήθειά μας, ο (Β’ Παγκόσμιος) πόλεμος θα είχε πάρει διαφορετική τροπή. ..Δεν θα υπήρχε η Μάχη του Στάλινγκραντ». Δηλαδή, σήμερα, ίσως όλη ή μέρος της Ευρώπης να ομιλούσε την Γερμανική γλώσσα, κάτι που δεν συνέβη τελικώς, όπως τα αφηγήθηκε ο ίδιος ο τότε Γερμανός Δικτάτωρ.
Η σημερινή Ελλάδα του Μνημονίου και του ΔΝΤ, σίγουρα προσφέρει στους Γερμανούς την προσαυξημένη χαρά στην εθνική τους κρυφή ικανοποίηση, με την σχετική αναδρομική εκδίκηση. Τα ευρωπαϊκά πράγματα άλλαξαν άρδην από το 1945, με τους νεώτερους Γερμανούς πια, να «ξανάρχονται» ως «ειρηνικοί» οικονομικοί κατακτητές (όχι μόνο της Ελλάδας αλλά και της περισσότερης Ευρώπης). Αυτό που λαμβάνει χώρα σήμερα στην Ελλάδα ξεπερνά τα όρια του «ανθελληνισμού» και της κοινής λογικής. Παγιώνονται πλέον στην Ελλάδα με ραγδαίους ρυθμούς, στοιχεία κοινωνικού αυτοματισμού (αρκεί μια μόνο σπίθα στο καλοκαιρινό κάμπο!), αποσαθρώνεται η συνοχή της κοινωνίας, φτωχαίνει κυριολεκτικά το 1/3 του Ελληνικού πληθυσμού, η δήθεν δικαιοσύνη διασύρεται στα τάρταρα και οι Έλληνες πολίτες αποκόβονται βίαια από το ίδιο τους το κράτος-έθνος. Όλα κρέμονται σήμερα κυριολεκτικώς από μια κλωστή.
Η σύγχρονη Ελλάδα έπεσε θύμα του «χαβαλέ», της απίστευτης κλεψιάς, της ψευδούς ευημερίας με δανεικά, του κακού εαυτού της. Η πολιτική κακοδιαχείριση, η έλλειψη δικαίου, η απουσία της Ελληνικής δικαιοσύνης, οι «μίζες» των ταγών και των «κηπουρών» τους, προσέφερε στους νεώτερους «ανθέλληνες» την χρυσή ευκαιρία που εκείνοι περίμεναν, σχεδίασαν και υλοποίησαν. Γιατί, για πιο λόγο, η Ελλάδα, πχ., να βρίσκεται στη 2η θέση (παγκοσμίως) επί του συνόλου των γερμανικών εξαγωγών πολεμικού υλικού (μετά την Τουρκία); Είναι λογικό η Ελλάδα (των υποβρυχίων που γέρνουν) να είναι ή να αποτελεί μια παγκόσμια υπερδύναμη σε εξοπλισμούς, με μερίδιο εισαγωγών όπλων (ανά την υφήλιο) ίσο με 4% (ενώ η Κίνα, των 1,3 δισ. κατοίκων, να είναι πρώτη με αντίστοιχο ποσοστό ίσο με 11%); Πώς φτάσαμε στην σημερινή πρωτοφανή κατάσταση όπου, άρτι (ως επιλεκτική βορά στα κερδοσκοπικά παιχνίδια των αγορών και των τραπεζών), οι Sunday Times, για παράδειγμα, να αναφέρονται σε αναπόφευκτη χρεωκοπία της Ελλάδας (με το ευρώ στις 1.530 δραχμές); Εδώ και δύο περίπου χρόνια οι νεώτεροι «ανθέλληνες» απολαμβάνουν μια Ελλάδα στο πραιτόριο, χλευασμένη, γεμάτη απίστευτων συκοφαντιών και γεμάτη από εθνικές προσβολές. Οι «ανθέλληνες» καταχαίρονται να βλέπουν το νεοέλληνα να ψάχνει για λίγο φαγητό στα σκουπίδια.
Οι αρχαίοι πρόγονοί μας σίγουρα δεν γνώριζαν από CDS, spreads και από PSI+, παρά το γεγονός ότι αποτελούσαν οι ίδιοι μια μορφή ενός πρωτόγονου «καπιταλιστικού» μορφώματος. Ήθελαν οι αρχαίοι μας πρόγονοι να κατέχουν αγαθά, γη, ζώα, δούλους και λάφυρα. Όμως, στην Αρχαία Ελλάδα, παρά τις τόσες αντιμαχόμενες πόλεις-κράτη που υπήρχαν και την σχετική έλλειψη ενότητας μεταξύ τους, εντούτοις, υπήρχε το μέτρο, υπήρχε ο σεβασμός και εφαρμόζονταν οι νόμοι (ακόμη και για τα χρέη, η γνωστή σεισάχθεια του Σόλωνα). Κλείνοντας, η απάντηση που θα δώσω εδώ στους απανταχού «ανθέλληνες» είναι δανεική, αλλά και πάντοτε επίκαιρη. Ο Γιώργος Σεφέρης, κατά την τελετή παραλαβής του Βραβείου Νόμπελ Λογοτεχνίας (11/1/1963), είπε: «Ε, λοιπόν, η Ελλάδα δεν είναι για τα σκουπίδια!». Για να συνεχίσει λέγοντας, «χαβαλέδες ήμασταν για πολύ καιρό. Βάλαμε τον αυτόματο πιλότο. Ένας φτωχός λαός, που γνώρισε την αφθονία και παρασύρθηκε γιατί νόμισε πως θα κρατήσει για πάντα». Πρέπει εκ νέου τώρα, πιο δυνατά και πιο συντονισμένα, να δικαιώσουμε και πάλι και ξανά τον Γερμανό Φ. Νίτσε, που έγραφε πως «οι άνθρωποι συνεχίζουν να νιώθουν ντροπή και φόβο απέναντι στους έλληνες». Και που επίσης εξηγούσε τον 18ο αιώνα, στους τότε «ανθέλληνες», για τους προγόνους μας, ότι «όλα τα δηλητήρια του φθόνου, της ύβρεως, του μίσους έχουν αποδειχθεί ανεπαρκή να διαταράξουν την υπέροχη (Ελληνική) ομορφιά τους».