(μια αλληγορία για τη συντήρηση και την πρόοδο,
την εμπιστοσύνη και την παράβαση)
Γράφει ο ΑΠΕΛΛΗΣ
Εγκλωβισμένος σε ένα μποτιλιάρισμα κάπου στη Θηβών, είχε όλο το χρόνο για να σκεφτεί. Όπως οι περισσότεροι έμοιαζε να έχει συνηθίσει στην καθημερινή κυκλοφοριακή οδύσσεια. Το δεξί του πόδι πήγαινε ασταμάτητα από το φρένο στο γκάζι, καθώς η μακριά σειρά των αυτοκινήτων προχωρούσε απελπιστικά αργά, λίγα μόνο μέτρα. Το φανάρι στο βάθος της λεωφόρου του θύμιζε κάτι, σαν τις Συμπληγάδες Πέτρες.
«Το γκάζι» σκέφτηκε με ανυπομονησία, καθώς ο κινητήρας του αυτοκινήτου μούγκριζε αδρανής. και τα ασυγκράτητα «άλογα» ήταν έτοιμα να ορμήσουν μπροστά. «Το γκάζι είναι η πρόοδος και το φρένο η συντήρηση» συλλογίσθηκε, εξάγοντας το πρώτο ουσιαστικό συμπέρασμα. Κλεισμένος μες΄ την ασφάλεια της τενεκεδένιας πανοπλίας του αυτοκινήτου, ένιωσε σαν τη χελώνα που μεταφέρει μες΄ το καβούκι ολόκληρη την ύπαρξή της. Αυτή η παρομοίωση τον έκανε να χαμογελάσει. Του φάνηκε πως ταίριαζε απόλυτα στο προφίλ του νεοέλληνα, που το αυτοκίνητο έχει γίνει αναπόσπαστο μέρος της καθημερινής του ζωής. «Καβάλα πάν΄ στην εκκλησιά, καβάλα προσκυνάνε..» Κάπως έτσι το αυτοκίνητο κατέχει τον πρώτο ρόλο σε ό,τι κάνει, ό,που πάει. Είναι το κυρίαρχο φετίχ. Αυτές οι σκέψεις της συμβολικής ταύτισης της ζωής με το αυτοκίνητο, της προόδου με το γκάζι και της συντήρησης με το φρένο, του έδιναν αφορμές και για άλλα συμπεράσματα.
Η εφιαλτική σειρήνα ενός ασθενοφόρου πίσω του, που προσπαθούσε ν΄ανοίξει δρόμο, τον έβγαλε απότομα απ΄τις σκέψεις. Παραμέρισε, όσο του ήταν δυνατό, για να διευκολύνει την διέλευση του οχήματος. Σε λίγο, στο βάθος της λεωφόρου προς το σημείο του προβλήματος μόνο η φωτιστική σειρήνα πρόδιδε την ύπαρξή του. Μετά από αρκετά λεπτά, με διαρκείς εναλλαγές από το φρένο στο γκάζι, κατάφερε να προσεγγίσει το σημείο της κυκλοφοριακής παράλυσης. Τότε ήταν, που ανακάλυψε την αιτία αυτού του μεγάλου μποτιλιαρίσματος. Χυμένα λάδια και σπασμένα γυαλιά. Ένα μικρό αυτοκίνητο είχε συγκρουστεί με ένα ημιφορτηγό και ήταν φοβερά στραπατσαρισμένο. Τα δύο οχήματα αφημένα στο σημείο της σύγκρουσης, εμπόδιζαν τη κίνηση που γινόταν με ρυθμό σημειωτόν. Υπήρχαν και τραυματίες, απ΄ότι δήλωνε η παρουσία του ασθενοφόρου.
Το ένα απ΄τα δύο οχήματα είχε παραβιάσει το κόκκινο φανάρι, καθώς ο οδηγός του είχε υποκύψει στη γοητεία της ταχύτητας και της ελεύθερης κίνησης. «Αν είχε πατήσει έγκαιρα το φρένο, αν δεν είχε παραβιάσει το κόκκινο..», σκέφτηκε με μια αίσθηση φρίκης, κοιτάζοντας τις παραμορφωμένες λαμαρίνες. Εξαιτίας αυτού του τραγικού γεγονότος και από πολλές άλλες απόψεις, η κυκλοφοριακή κίνηση ταυτίστηκε μέσα του με την ίδια τη ζωή. Οι λεωφόροι και οι μικροί δρόμοι έμοιαζαν με αρτηρίες και φλέβες. Τα κόκκινα και πράσινα φανάρια, σαν βαλβίδες ροής, με τα εμπόδια και την υπερπήδησή τους. Η αδιάκοπη κίνηση με τη διαρκή ροή της ζωής και τα τρακαρισμένα αυτοκίνητα με τα θύματα ενός αέναου ανταγωνισμού. Μιας λάθος εκτίμησης, μιας παράβασης κάποιας συμφωνημένης απ΄όλους συνθήκης.
«Στο κόκκινο σταματάμε, στο πράσινο περνάμε». Όπως σε όλα σχεδόν τα πράγματα, είναι η εμπιστοσύνη, ότι ο καθένας θα τηρήσει τη συνθήκη, που μας κάνει να αποτελούμε μια κοινωνία. Που μας επιτρέπει τελικά να ζούμε μαζί. Κι όμως, το γκάζι εξακολουθεί να κατέχει τα πρωτεία σε σχέση με το φρένο μες΄ την συνείδηση του καθένα. Άλλωστε, δεν είναι το γκάζι που κινεί το όχημα, όπως και η πρόοδος τη ζωή; Μήπως το φρένο και η συντήρηση, δεν εμποδίζουν την γρήγορη κίνηση προς τα εμπρός; Αναμφισβήτητα και ο ίδιος αναγκάσθηκε να παραδεχθεί την υπεροχή του γκάζι και της προόδου. Ωστόσο, παρόλο το φαινομενικό παραλογισμό της αντίθεσης, η εμπειρία αποδείκνυε πως το γκάζι ήταν εξίσου σημαντικό με το φρένο. «Μόνο με το γκάζι, δεν φτάνεις στον προορισμό σου» αναγκάσθηκε να παραδεχτεί. Έτσι και στη ζωή. Η πρόοδος και η συντήρηση, τα ζεύγη των αντιθέτων προάγουν την ισορροπημένη κίνηση με κάθε δυνατή ασφάλεια.
Προχώρησε με τις σκέψεις του ακόμα περισσότερο, ενώ πλησίαζε ήδη προς το τέλος της κυκλοφοριακής στασιμότητας. Μετά από μερικά μέτρα, ο ανοιχτός δρόμος ήταν για τα δοκιμασμένα νεύρα του μια φοβερή πρόκληση. «Κι εγώ ο ίδιος ακόμα, δεν μοιάζω πολλές φορές σαν να έχω μέσα μου ένα γκάζι και ένα φρένο που τα χρησιμοποιώ ανάλογα με τις περιστάσεις και τις ανάγκες, όπως όλοι;» Το δεξί του πόδι συνέχιζε ανυπόμονα να χαϊδεύει το πεντάλ του γκάζι. «Η μονομερής συμπεριφορά, η απόλυτη και απερίσκεπτη υιοθέτηση του ενός ή του άλλου, αντί της κατά περίσταση χρησιμοποίησης και των δύο, είναι καταστροφική». Ούτε η πρόοδος, ούτε η συντήρηση μπορούν να ταυτίζονται με τη ζωή. Η ζωή είναι και τα δύο μαζί και ακόμη κάτι περισσότερο.
Παρόλα αυτά, οι δύο αντίθετες έννοιες έμοιαζαν με μπερδεμένο κουβάρι, που μόνο απ΄τα αποτελέσματά τους μπορούσε κανείς να διακρίνει. Και το κριτήριο δεν ήταν άλλο, απ΄την προώθηση του οχήματος και της ζωής με κάθε ασφαλή τρόπο. Προσπάθησε για μια στιγμή να φανταστεί, ένα αυτοκίνητο χωρίς φρένα, έναν άνθρωπο δίχως αναστολές, και ένιωσε τον ίλιγγο της πτώσης σε έναν γκρεμό.
Ξαφνικά, ένα έγκαιρο πάτημα του φρένου, τον προφύλαξε απ΄τη σύγκρουση με το προπορευόμενο αυτοκίνητο, που σταμάτησε απότομα, επαληθεύοντας τις σκέψεις του για την χρησιμότητα του φρένου. Θεωρούσε πάντα τον εαυτό του έναν άνθρωπο κατά βάσει προοδευτικό. Κι όμως, οι κάθε λογής αναστολές και οι ακούσιοι ενδοιασμοί του, έδειχναν πως ένα κομμάτι του εαυτού του, αθέλητα και φυσικά ίσως, θα μπορούσε να χαρακτηρίζεται από έναν συντηρητισμό. Μια δημιουργική αντίθεση μέσα του, που ώρες-ώρες γινόταν επώδυνη, καθώς οι δύο εαυτοί τραβούσαν ο ένας τον άλλο, το όχημα της ζωής του. Όσο ήταν αναγκασμένος να περιμένει άπρακτος, οι σκέψεις του γύρω από το θέμα αυτό συνεχίζονταν.
«Όλο το σύμπαν, ολόκληρη η ανθρωπότητα, τα πολιτικά και φιλοσοφικά μας συστήματα, η Δημοκρατία, διαχέονται και συντίθενται από τις δύο αντίθετες αυτές δυνάμεις, της προόδου και της συντήρησης, του γκάζι και του φρένου». Ήταν πεπεισμένος, ότι ακόμη και ο πιο προοδευτικός απ΄τους ανθρώπους, έχει ένα κομμάτι του εαυτού, που είναι συντηρητικό. Το ίδιο και αντίθετα. Μόνο ο βαθμός κάθε φορά του ενός επί του συνόλου του άλλου, δίνει την φανερή διαφορά ανάμεσά τους. Αν δεν ήταν έτσι, τότε κανείς δε θα μπορούσε να ζήσει μαζί με τους άλλους.
Το μποτιλιάρισμα αποτελούσε μια γενική παραλυσία, ταυτόσημη με τον θάνατο. Ούτε μπροστά, ούτε πίσω. Ούτε δεξιά, ούτε αριστερά. Κι όπως ο θάνατος αποτελεί την έσχατη και αναπόφευκτη μοίρα των πάντων, που ισοπεδώνει κάθε πρόσκαιρη και εφήμερη διαφορά, έτσι και το μποτιλιάρισμα. Το πανάκριβο και ταχύτατο σπορ αυτοκίνητο, είναι καταδικασμένο να ακινητοποιηθεί και αυτό παγιδευμένο, δίπλα στο ταπεινό φιατάκι, υποβαθμίζοντας στο ελάχιστο τις ιδιαίτερες και ακριβοπληρωμένες ικανότητές του. Τέσσερις τροχοί, ένα πολυτελές αμάξωμα και ένας δυνατός κινητήρας, που ασφυκτιά ανάμεσα στην πρώτη και στη δεύτερη ταχύτητα. «Ματαιότης ματαιοτήτων».
Οι οδηγοί ανταλλάσσουν απελπισμένα βλέμματα, όταν δεν ανταποδίδουν βρισιές και σχόλια για την ανικανότητα οδήγησης των άλλων. Μέσα στις αντίξοες συνθήκες, οι ταξικές, ή άλλες διαφορές, μοιάζουν αστείες και μια ατμόσφαιρα θλιμμένης κατανόησης και συμπάθειας, κάνει τα κεφάλια τους να κινούνται συγκαταβατικά. Όμως, η κοινωνική αλληλεγγύη απέναντι στα κοινά προβλήματα διαρκεί τόσο, όσο διαρκούν τα προβλήματα. Στο επόμενο φανάρι, που ο δρόμος θα ανοίξει, το σπορ αυτοκίνητο θα αρχίσει να αναβοσβήνει προκλητικά τα φώτα στα προπορευόμενα, για να του ανοίξουν την λωρίδα, πετώντας τα σχεδόν απ΄έξω. Στην επόμενη ουρά των διοδίων, ο χαρακτηριστικός τύπος του «εξυπνάκια» οδηγού, θα επιμένει να χώνεται απ΄το πλάι, θεωρώντας ηλίθιους όλους τους άλλους που περιμένουν.
Επιτέλους, έφτασε στο τέλος της εικοσάλεπτης περιπέτειας. Οι σκέψεις του, έχοντας ολοκληρώσει μια πλήρη περιστροφή στον φαύλο κύκλο τους σταματούν. Το απότομο πάτημα του γκάζι, με την αφή του πράσινου φαναριού, εκτόξευσε τα ανυπόμονα άλογα του κινητήρα σε μια νέα ταχύτατη ιπποδρομία. Μέχρι το επόμενο σημείο, που η ανάγκη για φρένο, θα αποδειχτεί και πάλι επιτακτικά αναγκαία….