Τοῦ Γιώργου Νικολακάκου
Τήν δεκαετία τοῦ 60 διεξήγετο μιά ἔντονη συζήτησις μεταξῦ τῶν πολιτικών διανοουμένων μέ κύριον μέτοχον σε αύτές τίς συζητήσεις τόν Daniel Bell μέ θέμα τήν παρακμή τῶν ἰδεολογιῶν.Εκεῖνο πού ἐννοῦσαν οί διανοούμενοι τῆς ἐποχῆς ἤταν ὄτι οί ἰδεολογιες εἶχαν «πεθάνει». Τήν παρακμή τῶν ἰδεολογιῶν τήν ἀπεκάλεσαν the decline of ideology καί με αὐτό εννοοῦσαν τήν ἔκλειψι ἥ τό τέλος τῶν ίδεολογιων. Ὄμως, παρεξήγησαν τό γεγονός καί κατελήξαν σέ αυτό τό συμπέρασμα ἐπειδή ὁ πολιτικός διάλογος διεξήγετο με κάποια μετριοπάθεια, ἥ ἐπειδη εἶχαν ὑποχωρήσει οί ἰδεολογικές
συγκρούσεις. Οἱ ἰδεολογίες σήμερα έξακολουθοῦν να εἶναι οἱ τροχιοδρόμοι τῆς σκέψεως τῶν ἀτόμων πού ἐγκολπώθηκαν αὐτές τίς ίδεολογίες καί νά ἐπηρεάζουν τήν πολιτική συμπεριφορά τους. Ὄπως λέγει ὁ Παναγιώτης Κονδύλης ὄχι μόνον δέν ἔχουν ἐκλείψει οἱ ἰδεολογίες, ἀλλά ἐνδέχεται «να γεννηθούν νέες ιδεολογίες ἥ καί να χρησιμοποιηθούν κατάλοιπα των παλαιών σε νέα συσκευασία καί αυτό εξαρτάται από την υφή και την ἔνταση τῶν συγκρούσεων». Κατά τήν γνώμη τοῦ Κονδύλη « ούτε η ιστορία τελείωσε ούτε στο μέλλον θα εκλείψει η απολογητική ή πολεμική δραστηριοποίηση των διανοουμένων. Στο τέλος της έφτασε απλώς μια ιστορική εποχή, και μαζί της στέρεψαν τώρα τα τρία μεγάλα πολιτικά – ιδεολογικά ρεύματα που τη χαρακτήρισαν: ο συντηρητισμός, ο φιλελευθερισμός και ο σοσιαλισμός (η κοινωνική δημοκρατία).»
Σκοπός μου ἐδῶ δέν εἶναι να ἀναβιώσω τήν συζήτησιν (debate) γιά τό ἐάν οἱ ίδεολογίες ἔχουν ἐκλείψει ἥ ὄχι καί οὖτε να προσφέρω έρμηνεῖες καί ἀναλύσεις ἀλλά να κάνω κάποιες διαπιστώσεις. Τὀ θέμα τοῦ τέλους τῶν ἰδεολογιῶν τό πραγματεύομαι σέ ἄλλη ἐργασία.Οἰ ἰδεολογίες εῖναι ἔνα σύγχρονο φαινόμενο καί ἔχουν παίξει δραματικό ρόλο στήν πολιτική, κοινωνική καί πολιτιστική ζωή καί τό ἀξιακό σύστημα τῶν ἄτόμων. Οἰ ἐπιπτώσεις πού εἶχαν οί ἰδεολογίες στήν ζωή τῶν ἀτόμων καί στήν κοινωνία πολλές φορές ὐπῆρξαν ὀλεθριες ἀλλά καί πολλές φορές λειτούργησαν σάν κινητήριος δύναμις γιά τήν ἀνάληψιν δράσεως πού θά ἔβγαζε τήν κοινωνία ἀπό τήν άποτελμάτωσι, πού άνάγκασε τήν κοινωνία νά προβῆ σε ἀναγκαῖες κοινωνικές μεταρρυθμίσεις. Δηλαδή οἱ ἰδεολογίες(κάποιες ἀπο αύτές) ὑπῆρξαν μεγάλες ἐπνευστικές δυνάμεις καί πυξίδα προσανατολισμοῦ τῶν μελῶν τῆς κοινωνίας.
Ὁ Μαρξισμός ἐπρέσβευε ὄτι τά πάντα λειτουργοῦν βάσει κάποιας νομοτέλειας. Ἡ Νομοτέλεια εῖναι μία ἐξωανθρώπινη δύναμις ἡ ὀποῖα δρά καί καθορίζει τά πᾶντα. Με ἄλλα λόγια δέν διαφέρει ούσιαστικά ἀπό τήν ἔννοια τοῦ θεοῦ.Τὀ ἴδιο πράγμα ὄπως μέ τόν θεό καί τήν νομοτέλεια γίνεται καί μέ ἄλλα χαρακτηριστικά γνωρίσματα τῶν θρησκειῶν, τά όποῖα ξαναβρίσκουμε στόν Κομμουνισμό μέ ἐπιστημονικοφανεῖς ὀνομασίες, ἥ μέ πιό γήινες, πιό ὑλικές καί συνεπῶς πιό προσιτές στόν σύγχρονον ἄνθρωπο ἐκφράσεις των. Η θρησκευτικότητα τοῦ Μαρξισμοῦ ἀπορρέει καί ἀπό ἄλλα χαρακτηρηστικά τῆς μαρξιστικῆς ἰδεολογίας.Συνεπῶς ὁ Μαρξισμός δέν άνάθετε κανέναν ρόλο στόν ἄνθρωπο ἐφόσον καμία ἀνθρώπινη ἐπέμβασις δέν μποροῦσε νά φέρει ὀποιοδήποτε ἀποτέλεσμα στήν πορεῖα τής κοινωνίας. Ἡ νομοτέλεια ἤταν μόνον ἕνα ἀπό τά θρησκευτικά χαρακτηριστικά τοῦ Μαρξισμοῦ.Παρά τίς ὄποιες άναθεωρήσεις τῆς Μαρξιστικῆς ἱδεολογίας, δέν ἔχει ἀνατεθεῖ κανένας ρόλος στά ἄτομα πού θά τά ἔκανε νά ἀναπτύξουν κάποια δράσι γιά τήν οἰκοδόμηση τῆς ἰδανικῆς κοινωνίας, κάποια δράσι ποῦ θά κρατοῦσε ἐνεργόν τήν συνείδησιν των.
Σήμερα ὄλες οἱ ἰδεολογίες, ὄπως ἐκφράζονται ἀπό τούς φορεῖς τους, δέν προβάλλουν μιά συστηματική καί συνεκτική εἰκόνα τῆς κοινωνίας πού θέλουν νά οἰκοδομήσουν. Οἱ ἔκφραστές τῶν ἰδεολογιῶν ἔχουν ἐνσωματώσει στόν χῶρον τους ὄλες τίς τάσεις καί ροπές καί ἔχουν καταλήξει νά ἀποτελοῦν ἕνα συνοθύλευμα ἰδεῶν καί πεποιθήσεων πού δέν μποροῦν νά προσφέρουν καμία ἰκανοποιητική μορφή πολιτικῆς έκφράσεως.Σήμερα τά ἄτομα δέν ἔχουν πλέον τήν ἀταλάντευτη πίστι στίς ίδέες καί θεωρίες τῶν ἰδεολογιῶν πού τά ἐξέφραζαν πρίν καί δέν αἰσθάνονται τήν ἀνάγκη νά κινηθοῦν τολμηρά κέ ἔμμονα μέσα στόν ἰδεολογικόν τους χῶρο γιά τήν πραγματοποίησιν τῶν ὀραμάτων καί σκοπῶν. Ἔτσι τά ἄτομα σήμερα εἶναι κένά ἀπό σκοπούς, προσδοκίες, ἰδεώδη, καί ἀς ποζάρουν σάν φορεῖς ὑψηλῶν πολιτιστικῶν ἀρχῶν σάν προοδευτικά, σάν ἐκπρόσωποι τῆς ὑψίστης προσπάθειας.Ἡ ὄποια πνευματική δραστηριότητα ἀναπτύσεται μέ προκαθορισμένο καί μή ἀνεκτά πλαίσια καί, συνεπῶς, μέσα σέ ἕναν κλειστόν πνευματικόν ὀρίζοντα. Οἱ νέες ἰδἐες πού διατυπώνονται σήμερα ἀπό ὄλες τίς ἰδεολογίες δέν περιέχουν ἐκεῖνον τόν δυναμισμόν πού εἶναι άπαραίτητος γία τήν γνήσια χειραφέτησιν τοῦ ἀτόμου καί καταφεύγουν σέ μιά λαϊκιστικη ρητορική. Οί ἄνθρωποι δέν έργάζονται γιά νά ἐκφράσουν τόν ἐαυτόν τους, γιά νά ἀνακαλύψουν τό ὡραῖο.Οί ίδεολογίες σἠμερα ἀξιώνουν ἀπό τόν ‘οπαδόν τους σχεδόν πνευματική στάσι πού τείνει νά καταπιέζη κάθε μορφή δημιουργικῆς δραστηριότητος.
Τά πολιτικά κόμματα καί οἱ πολιτικοί ἤγέτες ἔχουν ἀναγκασθῆ νά ὑιοθετήσουν τήν λαϊκίστικη τάσι καί νά ἀναγάγουν τά πάντα σέ ἀπλές φόρμουλες καί νά δίνουν ἀπλοποιητικές λύσεις ἀκόμα καί στά πιό περίπλοκα προβλήματα διότι ἀπώλεσαν τήν ἐμπιστοσύνη τους στίς ἰδέες πού συγκροτοῦσαν τήν ἰδεολογία τους. Ἕτσι διαμορφώνουν τήν πολιτική τους μέσα ἀπό τό λαϊκίστικο πνεῦμα ἐπειδή οἰ ἰδέες τους δέν μποροῦν πλέον νά ἀποτελέσουν μιά ἐπνευστική δύναμι, ίκανή νά χειραγωγήση τίς άπαιτήσεις τοῦ λαοῦ. Οἰ ἀπαιτήσεις τοῦ λαοῦ ἔχουν γίνει ὁ νόμος βαρύτητος στήν ἄσκησι τῆς πολιτικῆς καί αύτές εἶναι πού καθορίζουν τίς άποφάσεις τῶν κυβερνήσεων. Ὄποια προσπάθεια κάνουν γιά νά διαμορφώσουν τήν γνώμη τοῦ λαοῦ ἀποσκοπεῖ στό νά τήν καταστήσουν δεκτική τῆς λαϊκίστικης λογικῆς καί ὄχι νά τήν κατευθύνουν στήν ὄρθή σύλληψι τῶν κοινωνικῶν προβλημάτων καί τῶν λύσεων ποῦ ἀπαιτοῦν αὐτά τά προβλήματα.Τὀ κυριώτερο, δέν κάνουν καμία προσπάθεια, καί ποτέ θά μποροῦσαν νά ἐμφυσήσουν στόν λαό τήν διάθεσιν γιά νά μεριμνά ὁ ἰδιος γιά τόν ἐαυτόν καί νά δημιουργήσουν κίνητρα ποῦ θά κρατοῦν ἐνεργόν τήν συνείδησιν τῆς άξιοκρατίας. Ὁ λαός δέν γνωρίζει ὄτι τά προνόμια καί τά προσωπικά δικαίωματα ἀποτελοῦν τά πρότυπα πού τά ἔφτιαξε ἡ προσωπική προσπάθεια. Οἱ ἰδεολογίες δημιούργησαν ἕναν τῦπο πού δέν θέλει νά καταβάλλη καμία προσπάθεια γία νά ὑψωθῆ πάνω ἀπό άπό τήν ἀνώνυμη μάζα. Δημιούργησαν ἕναν τῦπο πού πάσχει ἀπό διανοητικόν ἐρμητισμό ὁ ὀποῖος κατέστη ἐγγενῆς καί ὁ ὀποῖος ἀποτελεῖ ἐμπόδιο στόν ἀπαραίτητον ὄρο τῆς ἀνακαλύψεως τῆς ἀνεπάρκειας τοῦ ἐαυτοῦ του μέ τούς ἄλλους.
Σήμερα οἱ σοσιαλιστές ἥ γενικά ἡ Αριστερά ὄπως αυτοαποκαλεῖται, διατυπώνει, ὑιοθετεῖ νέες θέσεις καί νέα ρητορίκή ἄλλά εδράζεται ἐπάνω στίς ἴδιες ἡθικολογικές βάσεις. Τήν βλέπομε νά συνοδοιπορῆ με την πολιτική τῆς εὐρωπαϊκής έντάξεως, αν και εφ’ όσον απ’ αυτήν αναμένεται ἡ ἄμβλυνσις τῶν ἐθνικισμῶν καί ἡ προαγωγή τῆς εἰρήνης ἥ τῆς συναδελφώσεως μεταξύ των λαών μέσω της ἀπαλείψεως τῶν συνόρων, τῆς καθολικῆς ἐφαρμογῆς τῶν ανθρωπίνων δικαιωμάτων κτλ. κτλ. Τέτοιοι, κατά βάθος απολιτικοί, εὐσεβείς πόθοι ἀποτελοῦν κατ’ ουσία τήν ἀριστερή ἐκδοχή ἥ παραλλαγή τοῦ μαζικοδημοκρατικοῦ εὐδαιμονισμοῦ, ὁ ὀποῖος ὀνειρεύεται μία κατάστασιν, ὄπου συλλογικές προσπάθειες και συλλογικές θυσίες θά εῖναι περιττές, καί τήν ἀπροθυμία του γιά αὐτές τήν ντύνει μέ ψευτοηθικές δεοντολογίες. Μετά τήν κατάρρευσιν τοῦ κομμουνιστικοῦ κινήματος, οί παρεμφερεῖς ἀντιλήψεις ἐκπληρώνουν μία πρόσθετη ψυχολογική λειτουργία. Πολλοί, τῶν ὀποίων οἱ ἐλπίδες, οἱ διαγνώσεις καί οἱ προγνώσεις διαψεύσθηκαν παταγωδῶς καί οἱ ὁποίοι τῶρα δέν ἔχουν τήν παρρησία νά ἀναρωτηθοῦν μήπως εἶναι ἀνίκανοι νά καταλάβουν τί γίνεται στόν κόσμο, ἀλλά ἀντίθετα συνεχίζουν ἀπτόητοι τήν φιλόδοξη πολιτική ἥ συγγραφική τους σταδιοδρομία επικαλούμενοι τήν ἀκατάλυτη πίστιν τους στό «μέλλον τοῦ άνθρώπου» καί στήν «πρόοδο» — πολλοί τέτοιοι, λοιπόν, ζητοῦν σήμερα ὑποκατάστατα τῶν παλαιῶν ὀρθοδόξων σοσιαλιστικῶν ούτοπιῶν σε θολούς εἰρηνισμούς καί σε οἰκουμενιστικές ἠθικολογίες. Νομίζουν ὄτι μέ τόν τονισμόν τοῦ μεγάλου κοινοῦ ανθρωπιστικού παρονομαστή και με την υπόμνηση του πάντα ἐδιάπτωτου άνθρωπιστικοῦ τους φρονήματος θά ρίξουν μία γέφυρα ἀνάμεσα στίς χθεσινές καί στίς σημερινές τους τοποθετήσεις, σβήνοντας ἔτσι ἀπό τήν μνήμη τῶν ἄλλων τίς πολιτικές τους γκᾶφες καί διασκεδάζοντας τίς εὔλογες ἀμφιβολίες, ὡς πρός τίς πνευματικές τους ἰκανότητες σέ ό,τι ἀφορά στήν σύλληψιν πολιτικῶν καταστάσεων.
Καμία ἀπό τίς θεωρίες περί κοινωνικῆς ὀργανώσεως πού ἔχουν διατυπωθῆ ἀπό τίς διάφορες ίδεολογίες μπορεῖ νά χρησιμεύση σάν πρότυπο γιά τήν οἰκοδόμησιν τῆς ὀρθῆς κοινωνίας διότι ἀγνοοῦν τόν πλοῦτον τῶν περιεχομένων τῆς ἀνθρωπίνης ζωῆς καί τήν μεγάλη ποικιλία τῶν ὄρων τῆς εὐπραξίας. Τό κοινωνικό κλίμα πού ἔχει δημιουργηθῆ σήμερα ὑποθάλπει τόν ἐκμαυλισμό τῶν συνειδήσεων καί τό ὀποῖον συμβάλλει στήν πτώσι τῆς ἠθικῆς καί γενικά τῆς ποιοτικῆς στάθμης τῆς κοινωνίας. Ιδίως ο σοσιαλισμός ἔχει γίνει ὁ αύτουργός στήν διαστροφή τῶν κριτηρίων τῆς ἀξίας τῆς ποιότητος καί τῆς προαγωγῆς τῆς πνευματικῆς ἀναπηρίας. Η παρακμή τῆς πολιτικῆς σκέψεως ὀφείλεται κυρίως στό γεγονός ὄτι ἡ πολιτική σήμερα διεμορφώθη μέ φόντο τίς παράλογες σοσιαλιστικές θεωρίες καί τίς ἀσαφεῖς καί ἀκαθόριστες ἐπαγγελίες καί προσδοκίες του, οἱ ὀποῖες ἔγιναν τό ἀτομικό βίωμα ἑνός μεγάλου τμήματος τῶν λαῶν. Ο σοσιαλισμός συνέβαλε στήν χρεωκοπία τῆς ἀτομικῆς ζωῆς τῶν ἀνθρώπων διότι δέν μπόρεσε νά ἀνταποκριθῆ στίς προσδοκίες πού ὑπἐθαλψε καί ἐπειδή δέν μπόρεσε νά χειραγωγήση τήν συγκατάθεσι τῶν ἀτόμων στήν ἐφαρμογή τῶν ὀραματισμῶν τους.
Ιδεολογίες, ὅπως Μαρξισμός, Σοσιαλισμός καί Φιλελευθερισμός ὑπῆρξαν ὀλέθριες γιά τόν ἕλληνα καί δέν μποροῦσαν να λειτουργήσουν σάν ὄχημα γιά τήν ἐπίτευξιν ὑψηλῶν σκοπῶν. Αυτές οἰ ἰδεολογίες δέν μποροῦσαν νά ἐκφράσουν τό πνεῦμα τοῦ Ἕλληνα. Γιά νά τελεσφορήση ὀποιαδήποτε προσπάθεια ποῦ τείνει στήν πραγματοποίησιν ὑψηλῶν σκοπῶν ποῦ θά ἔχουν διάρκεια, θά πρέπη οί ιδέες ποῦ κατευθύνουν καί καθοδηγοῦν τήν προσπάθεια νά στηρίζωνται σέ βιωμένες ἐμπειρίες τῶν ἀνθρώπων. Οί ἰδέες πρέπει νά ἐκφράζουν τίς βιωμένες ἐμπειρίες τῶν ἀνθρώπων. Ο ἄνθρωπος χρειάζεται νά ἔχη άποκτήση ἓνα ἦθος ποῦ νά εἶναι πρόσφορο γιά τήν ἀφομοίωσιν τοῦ πνεύματος αὐτῶν τῶν ἰδεῶν καί αὐτό τό ἦθος ἀποκτᾶται ἀπό προηγούμενη ἐπαφή καί γνωριμία μέ τό πνεῦμα ποῦ περικλείουν οί ἰδέες. Τίς ἐμπειρίες, ὄμως, μποροῦμε νά τίς ἀναγάγωμε σέ ὄλην τήν ἰστορική διαδρομή τοῦ λαοῦ, καί ὄχι μόνον στό παρόν ἤ στό ἄμεσο παρελθόν. Αυτό σημαίνει ὄτι ἀλλότριες (ἐντελῶς καινούριες) ἰδέες δέν μποροῦν νά βροῦν πρόσφορο ἔδαφος στήν σκέψιν τοῦ ἀτόμου. Ακόμα πιό δύσκολο εἶναι νά ἐγκολπωθῆ κανεῖς μιάν ἰδέα ποῦ ἔρχεται ἀντιμέτωπη μέ τήν συσσωρευμένη κληρονομιά τοῦ λαοῦ. Μιά καινούρια ἰδέα ἔχει πιθανότητες νά ἐπικρατήση μόνον ὄταν οί παληές ιδέες εἶχαν δημιουργήσει δυσάρεστες συνθῆκες, ἤ εἶχαν ἀποδεχθῆ ἀτελέσφορες, καί, ἐφ’όσον τό παρελθόν δέν ἔχει νά προσφέρη τίποτα ἄλλο καλλίτερο ἀπό τίς ιδέες τοῦ παρόντος. Τό παρελθόν τοῦ Ἓλληνα, ὄμως, μπορεῖ νά τοῦ προμηθεύση ὀποιανδήποτε ἰδέα ἤθελε γιά νά συνθέση τήν εἰκόνα τῆς κοινωνικῆς καί πολιτικής ὀργανώσεως ποῦ ἐπιθυμεῖ.