Νικόλαος Πολίτης: Ο πρόδρομος της επιστήμης της λαογραφίας στην Ελλάδα

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

politis nikolaos
Ο Νικόλαος Πολίτης (Καλαμάτα, 3 Μαρτίου 1852 – Αθήνα, 12 Ιανουαρίου 1921) ήταν Έλληνας λαογράφος και καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών. Θεωρείται ως ο πρόδρομος της επιστήμης της λαογραφίας στην Ελλάδα.

Ο Νικόλαος Πολίτης γεννήθηκε στις 3 Μαρτίου 1852 στο χωριό Γιάννιτσα (Ελαιοχώριον Καλαμάτας) και μεγάλωσε στην Καλαμάτα, όπου και τελείωσε το σχολείο. Παππούς του ήταν ο παπά-Νικόλαος Πολίτης συμμαχητής του Παπαφλέσσα στο Μανιάκι, ενώ ο πατέρας του Γεώργιος καταγόταν από το χωριό Γιαννιτσάνικα της επαρχίας Καλαμών και ήταν δικαστικός.
Από τα μαθητικά του χρόνια είχε αναπτύξει ενδιαφέρον για την παραδοσιακή ζωή και, ως μαθητής γυμνασίου ακόμα, άρχισε να συντάσσει μια χειρόγραφη εφημερίδα που λεγόταν Ο Φιλόπαις. Αρχίζει να δημοσιεύει λαογραφικές μελέτες σε περιοδικά, όπως η «Ευτέρπη» η «Πανδώρα» η «Εστία», «Χρυσαλλίς», «Φιλόστοργος μήτηρ».
Το 1866 όταν ξεσπά η Κρητική επανάσταση επιχειρεί να καταταγεί εθελοντής σε ηλικία δεκατεσσάρων ετών, αλλά τελικά ανακαλύφθηκε από τους γονείς του και επέστρεψε σε αυτούς. Το 1868 με δική του πρωτοβουλία το Γυμνάσιο Καλαμάτας όπου φοιτούσε έδωσε παράσταση με τα έργα του Μολιέρου Ο Ακούσιος γάμος και ο χαρτοπαίκτης σε δική του μετάφραση, προκειμένου να συγκεντρωθούν χρήματα υπέρ των Κρητών προσφύγων που είχαν καταφύγει στη Μεσσηνία.
Σπούδασε φιλολογία (1868-1872) και νομική (1874-1878) στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και το 1870 έγινε μέλος του Φιλολογικού Συλλόγου «Παρνασσός». Εξέδωσε από κοινού με τον Σπυρίδωνα Λάμπρο τα Νεοελληνικά Ανάλεκτα Παρνασσού. Απέκτησε τέσσερεις γιούς, μεταξύ τους τον πρωτότοκο φιλόλογο και κριτικό βιβλίου Γιώργο Πολίτη, τον σκηνοθέτη και θεατρικό κριτικό Φώτο Πολίτη και τον νεότερο, καθηγητή στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και ακαδημαϊκό Λίνο Πολίτη.
Το 1871 βραβεύτηκε για τη μελέτη του Νεοελληνική Μυθολογία. Στο διάστημα 1876-1880 παρακολούθησε σπουδές στο Μόναχο, ως υπότροφος της ελληνικής κυβέρνησης, τις οποίες ολοκλήρωσε στο Έρλανγκεν όπου έλαβε το διδακτορικό του δίπλωμα. Εκεί συνδέθηκε φιλικά με τον βυζαντινολόγο Καρλ Κρουμπάχερ.
Μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα εργάστηκε αρχικά στη Βιβλιοθήκη της Βουλής συμβάλλοντας στην κατάταξη του υλικού της. Το 1882 ονομάστηκε υφηγητής της ελληνικής μυθολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και διετέλεσε ένα από τα ιδρυτικά μέλη της Ιστορικής και Εθνολογικής Εταιρείας της Ελλάδος.
Στο Υπουργείο Παιδείας
Από το 1884 κατέλαβε θέσεις στο Υπουργείο Παιδείας, αρχικά ως Τμηματάρχης Μέσης Εκπαίδευσης (Απρίλιος 1884-Απρίλιος 1885) και έπειτα Γενικός Επιθεωρητής της δημοτικής εκπαίδευσης (Μάιος 1886-Δεκέμβριος 1887). Από τη συνολική εκπαιδευτική κυβερνητική του θητεία θεωρούνται τομές στην ιστορία της εκπαίδευσης η εισαγωγή μαθημάτων των νέων ελληνικών στο λεγόμενο τότε ελληνικό σχολείο και αργότερα στο γυμνάσιο,η δραστική μείωση των ωρών διδασκαλίας των μαθημάτων της ιεράς ιστορίας και η μετωνυμία του μαθήματος σε θρησκευτικά, η δημιουργία του Βαρβάκειου Πρακτικού Λυκείου (1886),και η αποστολή εγκυκλίου τον Δεκέμβριο του 1887 στο διδακτικό προσωπικό με την οποία προτρεπόταν να συγκεντρώσει λαογραφικό υλικό.
Ακαδημαϊκή δράση
Το 1883 επιθυμώντας να συμβάλει στη δημιουργία εθνικής λογοτεχνικής παραγωγής εισηγείται την προκήρυξη διαγωνισμού για τη συγγραφή ελληνικού διηγήματος στον διευθυντή του περιοδικού Εστία Γεώργιο Κασδόνη. Το 1890 έγινε καθηγητής Μυθολογίας και Ελληνικής Αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, του οποίου διατέλεσε και πρύτανης. Ο Πολίτης ήταν ο πρώτος που δίδαξε πολιτικές και σκηνικές αρχαιότητες και ιστορία θρησκευμάτων σε συγκριτική βάση πριν καθιερωθεί ως διδακτικό αντικείμενο στη θεολογική σχολή.
Στο διάστημα 1889-1890 ήταν συνδιευθυντής του περιοδικού Εστία, μαζί με τον Γεώργιο Δροσίνη. Όταν δημοσίευε κείμενα στην Εστία απέφευγε να παραθέτει το όνομά του θεωρώντας πως δεν ήταν αντιπροσωπευτικά της όλης δημιουργίας του.
Το 1908 ίδρυσε την Ελληνική Λαογραφική Εταιρεία (ο ίδιος είχε εισηγηθεί τον όρο «λαογραφία» ως αντίστοιχο των ευρωπαϊκών όρων Folklore και Volkskunde), το 1909 ξεκίνησε την έκδοση του περιοδικού «Λαογραφία» και το 1918 ίδρυσε το Λαογραφικό Αρχείο.
Ο θάνατος
Ο Πολίτης πέθανε στις 12 Ιανουαρίου 1921 «εκ στηθάγχης, ην επέτεινεν η μέχρι της τελευταίας του βίου στιγμής αδιάκοπος αυτού εργασία».
Αποτίμηση
Ο Πολίτης συστηματοποίησε το έργο της λαογραφίας, ώστε να καλύπτει όλο το φάσμα των εκδηλώσεων του παραδοσιακού βίου: μνημεία λόγου (τραγούδια, παροιμίες, ευχές, διηγήσεις κ.α.), κοινωνική οργάνωση, καθημερινή ζωή (ενδυμασία, τροφή, κατοικία), επαγγελματικό βίο (γεωργικό, ποιμενικό, ναυτικό), θρησκευτική ζωή, δίκαιο, λαϊκή φιλοσοφία και ιατρική, μαγεία και δεισιδαιμονικές συνήθειες, λαϊκή τέχνη, χορός και μουσική. Η ενθάρρυνση της μελέτης της παραδοσιακής ζωής αποτέλεσε πηγή έμπνευσης για τη θεματική και την τεχνοτροπία τών ποιητών της Γενιάς του 1880 και τών εκπροσώπων της ηθογραφικής πεζογραφίας.
Μεθοδολογία
Στην εποχή του Νικόλαου Πολίτη στην Ελλάδα επικρατούσαν δύο μέθοδοι όσον αφορά τη λαογραφία, η εθνογραφική η οποία στηριζόταν στην συγκέντρωση περιγραφικών στοιχείων και η άλλη η συγκριτική με σκοπό τη μελέτη των ελληνικών εθίμων του παρόντος συγκριτικά με εκείνα της αρχαιότητας. Η δεύτερη ήταν απάντηση στις θεωρίες του Γιάκομπ Φίλιπ Φαλμεράυερ για τον αφελληνισμό των Ελλήνων.
Η Νεοελληνική μυθολογία, το παλιότερο σημαντικό έργο του Πολίτη, υιοθετεί την θεωρία των επιβιωμάτων – διατυπωμένη από τον Ταίηλορ, κι αποδεκτή από τον Πολίτη – παλιότερα πολιτισμικά στοιχεία μπορούν να διατηρηθούν χωρίς όμως λειτουργικότητα στο σήμερα. Η σύγκριση δεν γινόταν με τους άλλους λαούς, αλλά απέβλεπε στο να αποδείξει συνέχειες. Ο Πολίτης όμως επιχειρεί σύγκριση με άλλους βαλκανικούς και αρχαίους ή σύγχρονους ευρωπαϊκούς λαούς. Γι’ αυτό και θα επικριθεί πιο πολύ, στα πλαίσια του Ροδοκανάκειου διαγωνισμού όπου υποβλήθηκε, η εργασία του αυτή, με την οποία προσδίδει στην σκέψη του πιο πολύ εθνολογική-ανθρωπολογική χροιά, ενώ έχει συλλάβει από τότε τη συνοχή τόσο του Βαλκανικού όσο και του ευρωπαϊκού πολιτισμού, καθώς όλοι αυτοί οι λαοί στην πλειοψηφία τους είναι Ινδοευρωπαϊκοί.
Εγκαταλείπει αυτού του είδους τη συγκριτική μέθοδο, τη διαχρονική και της συνέχειας, και ακολουθεί τη σύγκριση μεταξύ των διαφόρων πολιτισμών: δεν βρίσκει ομοιότητες, παρά μόνο επιφανειακές ανάμεσα σε αρχαίους και νεοέλληνες,ενώ είναι οπαδός και της πολυγένεσης, δηλαδή της θεωρίας πως οι άνθρωποι υπό τις ίδιες κοινωνικές συνθήκες δημιουργούν παρόμοια πολιτισμικά στοιχεία, αναγνωρίζοντας τον πανανθρώπινο πολιτισμό.
Εργογραφία
– Μελέται επί του βίου των νεωτέρων Ελλήνων (2 τ., 1871-1874)
– Σπυρίδων Λάμπρος, Νικόλαος Πολίτης, επιμ. (1896) (στα Γερμανικά). Die Olympischen Spiele 776 – 1896 (Τόμος Α’). Αθήνα, Λειψία, Λονδίνο: Καρλ Μπεκ, F. Volckmar, H. Grevel and co, σελ. 218. Ανακτήθηκε στις 14 Απριλίου 2010.
– Παροιμίαι (4 τ., 1899-1902)
– Παραδόσεις (1904)
– Εκλογαί από τα τραγούδια του ελληνικού λαού (1914)
[wikipedia]

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

ΔΗΜΟΦΙΛΗ