Ένας ρεαλιστικός κόσμος -Οι παίκτες αλλάζουν, αλλά το παιχνίδι παραμένει

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

simaies usa china
Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί τους εργάστηκαν σκληρά για να δημιουργήσουν έναν ανοιχτό κόσμο με ολοένα και πιο ελεύθερο εμπόριο και ολοένα και μεγαλύτερη παγκόσμια ολοκλήρωση. Συνολικά, τα αποτελέσματα ήταν εξαιρετικά. Αλλά οι πολιτικοί δεν ήταν προετοιμασμένοι για την επιτυχία όταν συνέβη.

Η γεωπολιτική δεν επέστρεψε˙ δεν έφυγε ποτέ. Το τόξο της ιστορίας τείνει προς την αυταπάτη. Κάθε ηγεμόνας σκέφτεται ότι είναι ο τελευταίος˙ όλες οι γενιές πιστεύουν ότι θα διαρκέσουν για πάντα. Στην πραγματικότητα, φυσικά, τα κράτη ανεβαίνουν, πέφτουν και στην πορεία ανταγωνίζονται μεταξύ τους. Και το πώς το κάνουν αυτό καθορίζει τη μοίρα του κόσμου.
Τώρα, όπως πάντα, η πολιτική των μεγάλων δυνάμεων θα καθοδηγήσει τα γεγονότα, και οι διεθνείς αντιπαλότητες θα αποφασιστούν από τις σχετικές ικανότητες των ανταγωνιστών -το υλικό και το ανθρώπινο κεφάλαιό τους, και την ικανότητά τους να κυβερνούν αποτελεσματικά τους εαυτούς τους και τις εξωτερικές τους υποθέσεις.
Αυτό σημαίνει ότι η πορεία του επόμενου αιώνα θα καθορίζεται σε μεγάλο βαθμό από το πώς η Κίνα και οι Ηνωμένες Πολιτείες διαχειρίζονται τους πόρους της ισχύος τους και την σχέση τους.
Ακριβώς όπως το ελεύθερα εμπορευόμενο Ηνωμένο Βασίλειο επέτρεψε στον αντίπαλό του, την αυτοκρατορική Γερμανία, να αναπτυχθεί και να γίνει ισχυρή, έτσι και οι ελεύθερα εμπορευόμενες Ηνωμένες Πολιτείες έκαναν το ίδιο με την Κίνα. Η λογική λέει ότι δεν ήταν επικίνδυνο για τον φιλελεύθερο ηγεμόνα να αφήσει τους αυταρχικούς ανταγωνιστές του να κερδίσουν έδαφος, επειδή οι αμφισβητίες θα αντιμετώπιζαν αναγκαστικά μια αυστηρή επιλογή: Να παραμείνουν αυταρχικοί και να παραμείνουν στάσιμοι ή να φιλελευθεροποιηθούν για να συνεχίσουν να αναπτύσσονται. Είτε έτσι είτε αλλιώς, ο ηγεμόνας θα ήταν εντάξει. Δεν κατέληξε καλά την πρώτη φορά, και αυτή την φορά φαίνεται επίσης αμφισβητήσιμο.
Η Κίνα θα έχει σύντομα μια οικονομία σημαντικά μεγαλύτερη από την οικονομία των Ηνωμένων Πολιτειών. Δεν έχει εκδημοκρατιστεί ακόμη, ούτε θα το κάνει οποτεδήποτε σύντομα, επειδή η θεσμική οργάνωση του κομμουνισμού δεν επιτρέπει τον επιτυχή εκδημοκρατισμό. Αλλά ο αυταρχισμός δεν σήμανε στασιμότητα, επειδή τα κινεζικά θεσμικά όργανα κατάφεραν να αναμείξουν την αξιοκρατία και την διαφθορά, την ικανότητα και την ανικανότητα, και κράτησαν κάπως την χώρα προς τα εμπρός και προς τα πάνω.
Μπορεί να επιβραδυνθεί σύντομα και μέχρι και να συρρικνωθεί έντονα από τις μυριάδες αντιφάσεις της. Αλλά οι αναλυτές έχουν προβλέψει ακριβώς αυτό εδώ και δεκαετίες, και έχουν αποδειχθεί με συνέπεια λανθασμένοι μέχρι σήμερα.
Εν τω μεταξύ, καθώς η Κίνα έχει κινηθεί γρήγορα προς τα εμπρός γενικώς πέραν των προσδοκιών, οι Ηνωμένες Πολιτείες και άλλες προηγμένες δημοκρατίες έχουν περιπέσει σε εσωτερική δυσλειτουργία, θέτοντας σε αμφισβήτηση τη μελλοντική ισχύ τους. Οι ελίτ τους καθοδήγησαν τις γενιές της παγκοσμιοποίησης με αρκετή επιτυχία ώστε να καταστήσουν δυνατή την τεράστια κοινωνική κινητικότητα και την ανθρώπινη πρόοδο σε όλο τον κόσμο και το έκαναν αρκετά καλά. Όμως, καθώς χόρταιναν, αγνόησαν τις αρνητικές οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις που είχαν όλα αυτά για τους πολίτες στις εσωτερικές [εκλογικές] περιφέρειές τους. Αυτό δημιούργησε ένα άνοιγμα για να το εκμεταλλευθούν οι δημαγωγοί, κάτι που έκαναν με εκδίκηση.
Η Μεγάλη Ύφεση τερμάτισε μια παλαιότερη εποχή παγκοσμιοποίησης, η οποία ξεκίνησε στα τέλη του 19ου αιώνα. Ορισμένοι πίστευαν ότι η παγκόσμια οικονομική κρίση του 2008 ίσως να κάνει το ίδιο και για το σημερινό κύμα. Το σύστημα επέζησε, αλλά τα μέτρα έκτακτης ανάγκης που τέθηκαν σε εφαρμογή για την διάσωσή του -περιλαμβανομένων των μέτρων διάσωσης για τις τράπεζες, αλλά όχι για τους απλούς ανθρώπους- αποκάλυψαν και αύξησαν τις εσωτερικές αντιφάσεις του. Και στην δεκαετία που ακολούθησε, τα κινήματα κατά του κατεστημένου διογκώθηκαν ραγδαία.
Ο σημερινός ανταγωνισμός μεταξύ Κίνας και Ηνωμένων Πολιτειών είναι μια νέα στροφή σε μια παλιά ιστορία. Μέχρι την έναρξη του δέκατου ένατου αιώνα, η Κίνα ήταν μακράν η μεγαλύτερη οικονομία και η ισχυρότερη χώρα στον κόσμο, με εκτιμώμενο ποσοστό 40% του παγκόσμιου ΑΕΠ. Στην συνέχεια εισήλθε σε μια μακρά πτώση, λεηλατημένη από έξω και από μέσα -την ίδια εποχή που γεννήθηκαν οι Ηνωμένες Πολιτείες και άρχισαν τη μακρά άνοδό τους στην παγκόσμια κυριαρχία. Η άνοδος των Ηνωμένων Πολιτειών δεν θα μπορούσε να συμβεί χωρίς την αδυναμία της Κίνας, δεδομένης της σημασίας που έχει η κυριαρχία των ΗΠΑ στην Ασία για την αμερικανική υπεροχή. Αλλά ούτε η ανάκαμψη της Κίνας δεν θα μπορούσε να συμβεί χωρίς την παροχή της ασφάλειας και των ανοιχτών αγορών από τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Έτσι, οι δύο χώρες έχουν κυριαρχήσει στον κόσμο, η καθεμιά έχει τα δικά της πλεονεκτήματα και αδυναμίες, και για πρώτη φορά, η καθεμιά αντιμετωπίζει την άλλη ως ομότιμη. Είναι πολύ νωρίς για να πούμε πώς θα εξελιχθούν τα επόμενα επεισόδια. Αλλά μπορούμε να είμαστε σίγουροι ότι το παιχνίδι θα συνεχιστεί.
ΠΡΟΣΕΧΕ ΤΙ ΕΥΧΕΣΑΙ
Για να καταλάβετε τον κόσμο του αύριο, κοιτάξτε πίσω στο χθες. Στην δεκαετία του ’70, οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί τους ήταν πλούσιοι αλλά διαταραγμένοι και στάσιμοι˙ η Σοβιετική Ένωση είχε επιτύχει στρατιωτική ισοτιμία και συνέχιζε να εξοπλίζεται˙ η Κίνα ήταν συγκλονισμένη από την εσωτερική αναταραχή και την φτώχεια˙ η Ινδία ήταν φτωχότερη από την Κίνα˙ η Βραζιλία, την οποία κυβερνούσε μια στρατιωτική χούντα, είχε μια οικονομία μόλις μεγαλύτερη από της Ινδίας˙ και η Νότια Αφρική ήταν χωρισμένη σε τοπικές πατρίδες υπό ένα καθεστώς θεσμοθετημένου ρατσισμού.
Τέσσερις δεκαετίες αργότερα, η Σοβιετική Ένωση έχει διαλυθεί και τα διάδοχα κράτη της έχουν αγκαλιάσει τον καπιταλισμό και την ιδιωτική ιδιοκτησία. Η Κίνα, πολιτικά ακόμα κομμουνιστική, επέλεξε τις αγορές έναντι του [κεντρικού] προγραμματισμού και έχει αναπτυχθεί ώστε να έχει την δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο. Η άλλοτε φτωχή Ινδία έχει τώρα την έκτη μεγαλύτερη οικονομία. Η Βραζιλία έγινε δημοκρατία, γνώρισε οικονομική απογείωση και τώρα έχει την όγδοη μεγαλύτερη οικονομία. Η Νότια Αφρική ανέτρεψε το απαρτχάιντ και έγινε πολυφυλετική δημοκρατία.
Η κατεύθυνση αυτών των αλλαγών δεν ήταν τυχαία. Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί τους εργάστηκαν σκληρά για να δημιουργήσουν έναν ανοιχτό κόσμο με ολοένα και πιο ελεύθερο εμπόριο και ολοένα και μεγαλύτερη παγκόσμια ολοκλήρωση. Οι υπεύθυνοι για την χάραξη πολιτικής πίστευαν ότι εάν τον οικοδομούσαν [στμ: τον ανοιχτό κόσμο], οι άνθρωποι θα έρχονταν. Και είχαν δίκιο. Συνολικά, τα αποτελέσματα ήταν εξαιρετικά. Αλλά αυτοί οι ίδιοι πολιτικοί και οι απόγονοί τους δεν ήταν προετοιμασμένοι για την επιτυχία όταν συνέβη.
Η παγκοσμιοποίηση δημιουργεί πλούτο δελεάζοντας δυναμικά αστικά κέντρα στις πλουσιότερες χώρες να επενδύσουν στο εξωτερικό και όχι στην ενδοχώρα στην πατρίδα. Αυτό αυξάνει την οικονομική αποδοτικότητα και τις απόλυτες αποδόσεις, πάνω-κάτω όπως προτείνει η συμβατική οικονομική θεωρία. Και έχει μειώσει την ανισότητα σε παγκόσμιο επίπεδο, επιτρέποντας σε εκατοντάδες εκατομμύρια ανθρώπων να αρθούν από την διαλυτική φτώχεια.
Αλλά ταυτόχρονα, μια τέτοια αναπροσανατολισμένη οικονομική δραστηριότητα αυξάνει την εγχώρια ανισότητα των ευκαιριών και τα αισθήματα πολιτικής προδοσίας μέσα στις πλούσιες χώρες. Και για μερικούς από τους χαμένους, το πλήγμα επιδεινώνεται από αυτό που αισθάνονται σαν πολιτισμική προσβολή, καθώς οι κοινωνίες τους γίνονται λιγότερο οικείες. Οι Δυτικές ελίτ επικεντρώθηκαν στην συγκομιδή των ωφελειών της παγκοσμιοποίησης αντί στην ελαχιστοποίηση του κόστους της, με αποτέλεσμα να υπερενισχύσουν την διαδικασία και να επιδεινώσουν τις διχαστικές της συνέπειες.
Πάρα πολλοί έπεισαν τον εαυτό τους ότι η παγκόσμια ολοκλήρωση ήταν βασικά για την οικονομία και την εξομοίωση, και θα προχωρούσε αμείλικτα. Μόνο λίγες Κασσάνδρες, όπως ο πολιτικός επιστήμονας Samuel Huntington, επεσήμαναν ότι η κουλτούρα είναι πιο ισχυρή και ότι η ενσωμάτωση θα επιτείνει τις διαφορές αντί να τις διαλύσει, τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό.
Το 2004, σημείωσε ότι:
«στην σημερινή Αμερική, υπάρχει ένα μεγάλο κενό μεταξύ των ελίτ του έθνους και του ευρύτερου κοινού σχετικά με την αξιοπρέπεια της εθνικής ταυτότητας σε σύγκριση με άλλες ταυτότητες και σχετικά με τον κατάλληλο ρόλο της Αμερικής στον κόσμο. Σημαντικά στοιχεία των ελίτ ολοένα και περισσότερο διαχωρίζονται από την χώρα τους και το αμερικανικό κοινό, με την σειρά του, ολοένα και περισσότερο απογοητεύεται από την κυβέρνησή του».
Πολύ σύντομα, «αουτσάιντερ» πολιτικοί λαϊκιστές άρπαξαν την ευκαιρία.
Έχοντας αγκαλιάσει μια ιδεολογία της παγκοσμιότητας, οι Δυτικές ελίτ έμειναν ευάλωτες σε μια μαζική πολιτική πρόκληση η οποία βασιζόταν στον πλειοψηφικό εθνικισμό που είχαν εγκαταλείψει. Οι υπέρμαχοι των λαϊκών εξεγέρσεων μπορεί να κυκλοφορούν στο ψέμα, αλλά τα αισθήματα των ψηφοφόρων τους είναι αληθινά, και αντικατοπτρίζουν σημαντικά προβλήματα που οι υποτιθέμενοι ειδικοί αγνόησαν ή απέρριψαν.
ΕΚΕΙΝΟ ΗΤΑΝ ΤΟΤΕ
Παρ’ όλες τις βαθιές αλλαγές που σημειώθηκαν τον περασμένο αιώνα, η γεωπολιτική εικόνα σήμερα μοιάζει με εκείνη της δεκαετίας του ’70 και ακόμη και της δεκαετία του 1920, αν και με μια κρίσιμη εξαίρεση. Μειωμένη αλλά ανθεκτική ρωσική ισχύς στην Ευρασία; Μάλιστα. Η Γερμανία βρίσκεται στον πυρήνα μιας ισχυρής αλλά ανεύθυνης Ευρώπης; Μάλιστα. Γιγαντιαίες ΗΠΑ, με αποσπασμένη της προσοχή τους, αρκετά ισχυρές για να ηγηθούν, αλλά να διστάζουν να κάνουν κάτι τέτοιο; Μάλιστα. Η Βραζιλία και η Νότια Αφρική κυριαρχούν στις περιφέρειές τους; Μάλιστα.
Εκτός από το ανακάτεμα των παλαιότερων ινδικών, οθωμανικών και περσικών κέντρων ισχύος, η σημαντικότερη διαφορά σήμερα είναι η αντικατάσταση της Ιαπωνίας από την Κίνα ως κεντρικός παράγοντας στην ισορροπία ισχύος της Ασίας.
Η εργατικότητα της Κίνας ήταν εξαιρετική και η χώρα σίγουρα κέρδισε τη νέα της θέση. Αλλά δεν θα μπορούσε ποτέ να επιτύχει αυτό που έχει στις τελευταίες δύο γενιές χωρίς την οικονομική ανοχή και την παγκόσμια ασφάλεια που παρέχουν οι Ηνωμένες Πολιτείες ως φιλελεύθερος ηγεμόνας. Από τα τέλη του 19ου και μέσα στον εικοστό αιώνα, οι Ηνωμένες Πολιτείες -σε αντίθεση με τους Ευρωπαίους και τους Ιάπωνες- ξόδεψαν σχετικά λίγη προσπάθεια προσπαθώντας να δημιουργήσουν άμεση αποικιακή κυριαρχία πάνω σε ξένο έδαφος. Επέλεξαν αντ’ αυτού να προωθήσουν τα συμφέροντά τους περισσότερο μέσω εθελοντικών συμμαχιών, πολυμερών θεσμών και ελεύθερου εμπορίου. Η επιλογή αυτή καθοδηγείται σε μεγάλο βαθμό από την φωτισμένη ιδιοτέλεια και όχι από τον αλτρουισμό, και υποστηρίχθηκε από την παγκόσμια στρατιωτική κυριαρχία. Και έτσι τα διάφορα πολυεθνικά όργανα και διαδικασίες του μεταπολεμικού συστήματος είναι στην πραγματικότητα καλύτερα κατανοητά όχι ως μια θεμελιωδώς νέα χίμαιρα που ονομάζεται «φιλελεύθερη διεθνής τάξη» αλλά ως μηχανισμοί για την οργάνωση και επέκταση της τεράστιας νέας σφαίρας επιρροής των Ηνωμένων Πολιτειών.
Ισχυρές χώρες με διακριτές ιδεολογίες γενικά προσπαθούν να προσηλυτίσουν, και μετατρέπουν γενικά την αγέλη σε νικητή. Επομένως, δεν πρέπει να προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι η δημοκρατία, το κράτος δικαίου και άλλες αμερικανικές αξίες έγιναν παγκοσμίως δημοφιλείς κατά την διάρκεια των μεταπολεμικών χρόνων, δεδομένης της δύναμης του αμερικανικού παραδείγματος (παρά το γεγονός ότι τα αμερικανικά ιδανικά συχνά τιμώντο περισσότερο με την παραβίασή τους παρά με την τήρησή τους). Αλλά τώρα, καθώς η σχετική ισχύς των ΗΠΑ έχει μειωθεί και η μάρκα των ΗΠΑ αντιμετωπίζει προβλήματα, έχει εκτεθεί η ευπάθεια ενός συστήματος που εξαρτάται από την ισχύ, την ικανότητα και την εικόνα των Ηνωμένων Πολιτειών.
Θα μπορέσουν οι δύο νέες υπερδυνάμεις να βρουν έναν τρόπο να διαχειριστούν τον ανταγωνισμό τους χωρίς να βρεθούν σε πόλεμο; Εάν όχι, μπορεί να οφείλεται στην Ταϊβάν. Η ακμάζουσα ασιατική τίγρη είναι ένα ακόμη αποτέλεσμα των θαυμάτων της παγκοσμιοποίησης, έχοντας γίνει πλούσια, ισχυρή και δημοκρατική μετά το αδιάφορο ξεκίνημά της πριν από επτά δεκαετίες. Αλλά το Πεκίνο είναι αποφασισμένο να επιμείνει στην ανάκτηση όλων των εδαφών που θεωρεί ως ιστορικά κτήματά του, και ο Κινέζος πρόεδρος Xi Jinping επαναβεβαίωσε προσωπικά ότι η Ταϊβάν είναι κινεζική επικράτεια και «βασικό ενδιαφέρον» (core interest). Και ο Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός, από την πλευρά του, σταδιακά συσσώρευσε την ικανότητα να καταλάβει το νησί με τη βία.
Μια τέτοια ριζοσπαστική κίνηση μπορεί να φαίνεται τρελή, δεδομένου του χάους που θα μπορούσε να προκαλέσει, και του πόσο βαθιά η συνεχιζόμενη εσωτερική επιτυχία της Κίνας εξαρτάται από την εξωτερική σταθερότητα. Ωστόσο, οι δημοσκοπήσεις των κατοίκων του νησιού κατέγραψαν μια αποφασιστική τάση προς μια ξεχωριστή ταυτότητα της Ταϊβάν, το αντίθετο από αυτό που περίμενε το Πεκίνο από την οικονομική ενσωμάτωση. (Οι Δυτικές ελίτ δεν είναι οι μόνοι που καλλιεργούν αυταπάτες). Το ολοένα ισχυρότερο Πεκίνο θα καθίσει και θα παρακολουθήσει το από μακρού χρόνου επιδιωκόμενο βραβείο του να του ξεφεύγει;
ΑΥΤΟ ΕΙΝΑΙ ΤΩΡΑ
Κατά την τελευταία δεκαετία, η Ρωσία έχει προκαλέσει σύγχυση στο τι μπορεί να περιμένει κανείς από αυτήν, καταφέρνοντας να αντέξει τις μειωμένες τιμές του πετρελαίου και τις Δυτικές κυρώσεις. Το καθεστώς του Βλαντιμίρ Πούτιν μπορεί να είναι μια γκανγκστερική κλεπτοκρατία, αλλά δεν είναι μόνο αυτό. Ακόμη και διεφθαρμένα αυταρχικά καθεστώτα μπορούν να επιδείξουν σταθερή χρηστή διακυβέρνηση σε ορισμένους βασικούς τομείς και η έξυπνη μακροοικονομική πολιτική κράτησε την Ρωσία στην επιφάνεια.
Επίσης, η Κίνα έχει αυθαίρετο και διεφθαρμένο απολυταρχικό καθεστώς και, επίσης, έχει αποδειχθεί πολύ πιο ευπροσάρμοστο από όσο οι περισσότεροι παρατηρητές φαντάζονταν ότι ήταν δυνατό. Οι ελίτ της έχουν διαχειριστεί την ανάπτυξη μιας χώρας μεγέθους ηπείρου με μια άνευ προηγουμένου ταχύτητα και κλίμακα, σε σημείο που πολλοί αναρωτιούνται εάν η Κίνα θα κυριαρχήσει στον κόσμο. Το 1800, κάποιος θα περίμενε την Κίνα να κυριαρχήσει έναν αιώνα αργότερα -και αντ’ αυτού, η κινεζική ισχύς κατέρρευσε και η αμερικανική ισχύς ανέβηκε στα ύψη. Επομένως οι προβολές με ευθεία γραμμή είναι επικίνδυνες. Αλλά τι γίνεται αν οι προβλέψεις των αρχών του 19ου αιώνα δεν ήταν λάθος αλλά πρόωρες;
Ο αυταρχισμός είναι παντοδύναμος αλλά εύθραυστος, ενώ η δημοκρατία είναι αξιολύπητη αλλά ανθεκτική. Η Κίνα έρχεται από μια μακρά πορεία σταθερής επιτυχίας, αλλά τα πράγματα θα μπορούσαν να αλλάξουν γρήγορα. Εξάλλου, ο Μάο Τσε Τουνγκ ηγήθηκε του ίδιου ακριβώς καθεστώτος και ήταν ένας από τους πιο βάρβαρους και αυτοκαταστροφικούς ηγέτες στην ιστορία. Όπως πολλοί άνθρωποι υπολόγιζαν κάποτε ότι η Κίνα δεν θα μπορούσε ποτέ να αναδυθεί τόσο πολύ και τόσο γρήγορα, τώρα μερικοί υποθέτουν ότι η άνοδός της πρέπει αναπόφευκτα θα συνεχιστεί -με αντίστοιχα ελάχιστη αιτιολόγηση.
Η απόφαση του Xi να συγκεντρώσει την εξουσία έχει πολλαπλές πηγές, αλλά μια από αυτές είναι σίγουρα η εκτίμηση του πόσο τρομερά είναι τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η Κίνα. Η φυσική αντίδραση των αυταρχικών καθεστώτων σε κρίσεις είναι να σφίξουν τα λουριά στην κορυφή. Αυτό επιτρέπει τον καλύτερο χειρισμό των γεγονότων βραχυπρόθεσμα, και ενίοτε εντυπωσιακά βραχυπρόθεσμα αποτελέσματα. Αλλά ποτέ δεν υπήρξε συνταγή γνήσιας μακροπρόθεσμης επιτυχίας.
Ωστόσο, προς το παρόν, η Κίνα, υποστηριζόμενη από την τεράστια οικονομία της, προβάλλει ισχύ προς όλες τις κατευθύνσεις, από τις Θάλασσες της Ανατολικής Κίνας και της Νότιας Κίνας, μέχρι τον Ινδικό Ωκεανό, την Κεντρική Ασία και ακόμη και την Αφρική και την Λατινική Αμερική. Ο πλούτος και η συνέπεια συνέβαλαν στην δημιουργία ενός όλο και εντυπωσιακότερου χαρτοφυλακίου ήπιας ισχύος μαζί με την σκληρή ισχύ, επιτρέποντας στην Κίνα να κάνει επιδρομές στα εδάφη των αντιπάλων της.
Η Αυστραλία, για παράδειγμα, είναι μια πλούσια και ισχυρή φιλελεύθερη δημοκρατία με υψηλό βαθμό κοινωνικής αλληλεγγύης και ένας κρίσιμος στυλοβάτης της αμερικανικής τάξης -και συμβαίνει να είναι ακριβώς στην πορεία της επέκτασης της Κίνας. Η επιρροή και η παρέμβαση του Πεκίνου αυξάνονται συνεχώς κατά την διάρκεια της τελευταίας γενιάς, τόσο ως φυσική συνέπεια της οικονομικής αλληλεξάρτησης, όσο και χάρη σε μια σκόπιμη μακρόχρονη εκστρατεία εκ μέρους της Κίνας για να προσελκύσει την Αυστραλία σε μια εκδοχή της φινλανδοποίησης στον 21ο αιώνα. Παρόμοιες διαδικασίες διαδραματίζονται σε ολόκληρη την Ασία και την Ευρώπη, καθώς η Κίνα ξεκινά την οικοδόμηση μιας Μεγάλης Ευρασίας με επίκεντρο το Πεκίνο, ίσως ακόμη και στρέφοντας την Ευρώπη μακριά από τον Ατλαντικό.
Αυτή την στιγμή, η υποτίμηση των Ηνωμένων Πολιτειών δίνει ώθηση στην Κίνα. Αλλά όπως σημείωσε ο Άνταμ Σμιθ, υπάρχει πράγματι «μια μεγάλη δόση ολέθρου σε ένα έθνος», και οι Ηνωμένες Πολιτείες παραμένουν η ισχυρότερη δύναμη στον κόσμο μακράν. Επιπλέον, αυτό δεν θα είναι ένα καθαρά διμερές παιχνίδι. Ναι, το Ηνωμένο Βασίλειο επέτρεψε στην Γερμανία να αναδυθεί και να ηγηθεί μιας ηγεμονικής πρόκλησης εναντίον του -δύο φορές. Αλλά επέτρεψε επίσης στις Ηνωμένες Πολιτείες να αναδυθούν και έτσι, όταν ήρθαν αυτά τα προβλήματα, ήταν δυνατόν, όπως καταλάβαινε ο Ουίνστον Τσόρτσιλ, ο Νέος Κόσμος, με όλη του την δύναμη και το σθένος, να έρθει σε βοήθεια του Παλαιού.
Με τον ίδιο τρόπο, οι Ηνωμένες Πολιτείες επέτρεψαν στην Κίνα να αναδυθεί, αλλά επίσης διευκόλυναν την ανάπτυξη της Ευρώπης, της Ιαπωνίας, της Ινδίας, της Βραζιλίας και πολλών άλλων. Και όσο κι αν αυτοί οι δρώντες μπορεί να συνεχίσουν να προστρίβονται με πτυχές της αμερικανικής ηγεσίας ή να κυνηγούν κινεζικές επενδύσεις, θα προτιμούσαν την συνέχιση των σημερινών ρυθμίσεων για να αναγκάσουν το Μέσο Βασίλειο να υποταχθεί.
Το ζήτημα της ημέρας μπορεί να φαίνεται ότι είναι το αν μια κινεζική σφαίρα επιρροής μπορεί να εξαπλωθεί χωρίς να ανατρέψει την υπάρχουσα διεθνή τάξη που έχει δημιουργηθεί από τις ΗΠΑ και έχει κυριαρχηθεί από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Αλλά το πλοίο αυτό έχει φύγει από το λιμάνι: Η σφαίρα της Κίνας έχει επεκταθεί με θαυμαστό τρόπο και θα συνεχίσει να το κάνει. Ταυτόχρονα, η αναβίωση της Κίνας τής έχει δώσει το δικαίωμα να γράφει κανόνες. Τα πραγματικά ερωτήματα, επομένως, είναι εάν η Κίνα θα αντιμετωπίσει με σκληρότητα άλλες χώρες, γιατί μπορεί -και εάν οι Ηνωμένες Πολιτείες θα μοιραστούν την παγκόσμια ηγεσία, γιατί πρέπει.
Είναι οι δεσμεύσεις ενός ηγεμόνα αλληλεξαρτώμενες, έτσι ώστε η παραίτηση από κάποιες να υπονομεύει τις υπόλοιπες; Μπορούν οι συμμαχίες και οι εγγυήσεις σε ένα μέρος να χαλαρώσουν, ενώ σε άλλο μέρος να παραμένουν ισχυρές; Εν ολίγοις, είναι δυνατή μια περιστολή ή μήπως ακόμη και μια ένδειξη υποχώρησης θα μετατραπεί σε κατατρόπωση; Μια καλά εκτελεσμένη μετάβαση των ΗΠΑ από την ηγεμονική υπερδραστηριότητα σε μια πιο επιλεκτική παγκόσμια εμπλοκή σε βασικά συμφέροντα μπορεί να είναι ευπρόσδεκτη τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό, όσο κι αν πολλοί πολιτικοί και ειδήμονες θα σκούζουν. Αλλά οι περιπτώσεις επιτυχούς ειρηνικής υποχώρησης είναι σπάνιες, και καμιά δεν έχει ξεκινήσει από μια τέτοια κορυφή.
Η ιστορία δεν μας λέει τίποτα για το μέλλον εκτός από το ότι θα μας εκπλήξει. Η τρισδιάστατη εκτύπωση, η τεχνητή νοημοσύνη και οι επαναστατικές ψηφιακές και γενετικές επαναστάσεις μπορούν να προωθήσουν το παγκόσμιο εμπόριο και να αποσταθεροποιήσουν τον κόσμο ριζικά. Αλλά στην γεωπολιτική, είναι επίσης δυνατόν να υπάρξουν καλά αποτελέσματα -ο ρεαλισμός δεν αποτελεί συμβουλή απελπισίας.
Ωστόσο, οι σημερινοί μονομάχοι για να υπερβούν τις πιθανότητες και να αποφύγουν να ορμήσουν ο ένας στον λαιμό του άλλου, όπως έκαναν οι περισσότεροι από τους προκατόχους τους, θα χρειαστούν τέσσερα πράγματα. Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής της Δύσης πρέπει να βρουν τρόπους να κάνουν τις μεγάλες πλειοψηφίες των πληθυσμών τους να επωφεληθούν και να αγκαλιάσουν έναν ανοιχτό, ολοκληρωμένο κόσμο. Οι Κινέζοι πολιτικοί πρέπει να συνεχίσουν την άνοδο της χώρας τους ειρηνικά, μέσω συμβιβασμού, αντί να στραφούν προς τον εξαναγκασμό επίσης στο εξωτερικό. Οι Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει να βρουν μια σωστή ισορροπία ισχυρής αποτροπής και ισχυρής διαβεβαίωσης έναντι της Κίνας και να βάλουν τα του οίκου τους σε τάξη εγχωρίως. Και τέλος, κάποιο θαύμα θα πρέπει να φροντίσει την Ταϊβάν.
O STEPHEN KOTKIN είναι καθηγητής Ιστορίας και Διεθνών Σχέσεων στην έδρα John P. Birkelund ’52 στο Πανεπιστήμιο Princeton και ανώτερος συνεργάτης στο Ίδρυμα Hoover του Stanford.
foreignaffairs

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

ΔΗΜΟΦΙΛΗ